Ανακοίνωση της Τομεακής Επιτροπής Ενέργειας Δυτικής Μακεδονίας του ΚΚΕ
Εντός του Ιούλη αναμένεται να προκηρυχθεί ο διαγωνισμός για την πώληση της νέας εταιρείας που συνέστησε η ΔΕΗ, στην οποία μεταβιβάζει πελατολόγιο ίσο με το 7% του χαρτοφυλακίου της, περίπου
450.000 πελάτες όλων των κατηγοριών, σύμφωνα με όσα αποκάλυψε χτες ο πρόεδρός της Μ. Παναγιωτάκης, στο περιθώριο της τακτικής Γενικής Συνέλευσης της επιχείρησης. Το συγκεκριμένο σχέδιο έχει προαναγγελθεί εδώ και καιρό από τη διοίκηση της ΔΕΗ, η οποία σχεδιάζει να «προικοδοτήσει» τη νέα εταιρεία και με σταθερή τιμή ρεύματος για ένα χρονικό διάστημα 2-3 χρόνων ως «δέλεαρ» για τους υποψήφιους επενδυτές.
Παράλληλα, σε σχέση με την πώληση του 40% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, σύμφωνα με τις προβλέψεις του τέταρτου μνημονίου, ο Μ. Παναγιωτάκης σημείωσε ότι μέσα στον επόμενο μήνα θα παραδοθεί στην κυβέρνηση η σχετική λίστα με τις μονάδες στις οποίες θα μπει πωλητήριο. Τοποθετήθηκε και για το ζήτημα της συνεργασίας με την κινεζική CMEC για την κατασκευή νέας λιγνιτικής μονάδας στη Φλώρινα, σημειώνοντας πως η εξέλιξή της θα εξαρτηθεί από τις τελικές αποφάσεις που θα ληφθούν σε κυβερνητικό επίπεδο, αναφορικά και με το ποιες μονάδες της ΔΕΗ θα πωληθούν αλλά και ποια επιχειρηματικά συμφέροντα θα επικρατήσουν τελικά στην διεκδίκηση του λιγνιτορυχείου της Βεύης.
Σοβαρές ευθύνες γι’ αυτές τις εξελίξεις φέρουν, εκτός από την κυβέρνηση και τα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης και η περιφερειακή αρχή, καθώς και ο εργοδοτικός συνδικαλισμός, που, ο καθένας με τον τρόπο του, προωθεί την πολιτική της «απελευθέρωσης». Η περιφερειακή αρχή, ευθυγραμμιζόμενη με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, στα χνάρια της, καλλιεργεί αυταπάτες και εφησυχασμό για «σκληρή διαπραγμάτευση» που γίνεται, για επιτυχίες, προτείνει «άλλους τρόπους» ιδιωτικοποίησης, όπως να αναλάβει η Τοπική Διοίκηση τη λειτουργία σταθμών και ορυχείων. Η αντιπολίτευση αντιτάσσεται στο προτεινόμενο σχέδιο ιδιωτικοποίησης, προτείνοντας το δικό της σχέδιο, όπως η παραχώρηση λιγνιτικών κοιτασμάτων σε Δράμα και Ελασσόνα, είτε το σχέδιο για τη «μικρή ΔΕΗ». Στην ίδια λογική και ο εργοδοτικοί - κυβερνητικοί συνδικαλιστές, που υπονόμευσαν την απεργία της 17 Μάη, αφού δεν πήραν κανένα μέτρο για την οργάνωσή της (σε πολλούς χώρους δεν βγήκε ούτε δελτίο Τύπου στους πίνακες ανακοινώσεων). Δεν είναι τυχαία η τοποθέτηση του προέδρου της ΓΕΝΟΠ ότι δεν υπάρχει λόγος για αντιδράσεις ακόμα, ότι γίνεται διαπραγμάτευση, στηρίζοντας έτσι την κυβέρνηση και καλλιεργώντας αυταπάτες. Ο βρώμικος ρόλος τους αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι για μια ακόμα φορά παίζουν το "χαρτί" των εξαιρέσεων, του συντεχνιασμού, καλλιεργώντας τον κοινωνικό αυτοματισμό. Αποδεικνύεται ότι κανένας "συντονισμός" αυτών που συμφωνούν με την ΕΕ, την ανταγωνιστικότητα, την «απελευθέρωση» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, δεν μπορεί να δώσει αγωνιστική απάντηση ενάντια στην πολιτική που μας εξαθλιώνει.
Όλο και περισσότερο γίνεται φανερό ότι οι εργαζόμενοι στον κλάδο, η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, για να δουν άσπρη μέρα, για να ζήσουν σύμφωνα με τις δυνατότητες και τις ανάγκες της εποχής, έχουν έναν δρόμο: Να συναντηθούν με το ΚΚΕ, να συζητήσουμε μέσα στο κίνημα για το πώς θα πετάξουμε τις βδέλλες που ρουφάνε το αίμα του λαού, να παλέψουμε να γίνει πραγματικότητα η πολιτική πρόταση διεξόδου του ΚΚΕ για έξοδο από την κρίση προς όφελος του λαού, που αποτελεί τη μοναδική απάντηση στην καπιταλιστική βαρβαρότητα που βιώνουμε. Μια πρόταση που κατοχυρώνει ότι το ενεργειακό προϊόν θα είναι κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα, κάτι που για να λυθεί οριστικά προϋποθέτει γραμμή σύγκρουσης και ρήξης με το καθεστώς ιδιοκτησίας των μονοπωλίων στον τομέα της Ενέργειας και συνολικά στην οικονομία. Στον διαφορετικό αυτό δρόμο ανάπτυξης, με τις εγχώριες ενεργειακές πηγές, τις πρώτες ύλες, τα μέσα παραγωγής, μεταφοράς και διανομής Ενέργειας να αποτελούν κοινωνική ιδιοκτησία, ο ενεργειακός σχεδιασμός θα μπορεί να αναπτύξει την παραγωγή και να ικανοποιεί συνδυασμένα το σύνολο των λαϊκών αναγκών και θα διασφαλίζει τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας, την εξασφάλιση επαρκούς λαϊκής κατανάλωσης, τη διασφάλιση της υποδομής για την κάλυψη των αναγκών της κεντρικά σχεδιασμένης βιομηχανίας, την ασφάλεια των εργαζομένων του κλάδου, την προστασία του περιβάλλοντος.
Εντός του Ιούλη αναμένεται να προκηρυχθεί ο διαγωνισμός για την πώληση της νέας εταιρείας που συνέστησε η ΔΕΗ, στην οποία μεταβιβάζει πελατολόγιο ίσο με το 7% του χαρτοφυλακίου της, περίπου
450.000 πελάτες όλων των κατηγοριών, σύμφωνα με όσα αποκάλυψε χτες ο πρόεδρός της Μ. Παναγιωτάκης, στο περιθώριο της τακτικής Γενικής Συνέλευσης της επιχείρησης. Το συγκεκριμένο σχέδιο έχει προαναγγελθεί εδώ και καιρό από τη διοίκηση της ΔΕΗ, η οποία σχεδιάζει να «προικοδοτήσει» τη νέα εταιρεία και με σταθερή τιμή ρεύματος για ένα χρονικό διάστημα 2-3 χρόνων ως «δέλεαρ» για τους υποψήφιους επενδυτές.
Παράλληλα, σε σχέση με την πώληση του 40% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, σύμφωνα με τις προβλέψεις του τέταρτου μνημονίου, ο Μ. Παναγιωτάκης σημείωσε ότι μέσα στον επόμενο μήνα θα παραδοθεί στην κυβέρνηση η σχετική λίστα με τις μονάδες στις οποίες θα μπει πωλητήριο. Τοποθετήθηκε και για το ζήτημα της συνεργασίας με την κινεζική CMEC για την κατασκευή νέας λιγνιτικής μονάδας στη Φλώρινα, σημειώνοντας πως η εξέλιξή της θα εξαρτηθεί από τις τελικές αποφάσεις που θα ληφθούν σε κυβερνητικό επίπεδο, αναφορικά και με το ποιες μονάδες της ΔΕΗ θα πωληθούν αλλά και ποια επιχειρηματικά συμφέροντα θα επικρατήσουν τελικά στην διεκδίκηση του λιγνιτορυχείου της Βεύης.
Σοβαρές ευθύνες γι’ αυτές τις εξελίξεις φέρουν, εκτός από την κυβέρνηση και τα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης και η περιφερειακή αρχή, καθώς και ο εργοδοτικός συνδικαλισμός, που, ο καθένας με τον τρόπο του, προωθεί την πολιτική της «απελευθέρωσης». Η περιφερειακή αρχή, ευθυγραμμιζόμενη με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, στα χνάρια της, καλλιεργεί αυταπάτες και εφησυχασμό για «σκληρή διαπραγμάτευση» που γίνεται, για επιτυχίες, προτείνει «άλλους τρόπους» ιδιωτικοποίησης, όπως να αναλάβει η Τοπική Διοίκηση τη λειτουργία σταθμών και ορυχείων. Η αντιπολίτευση αντιτάσσεται στο προτεινόμενο σχέδιο ιδιωτικοποίησης, προτείνοντας το δικό της σχέδιο, όπως η παραχώρηση λιγνιτικών κοιτασμάτων σε Δράμα και Ελασσόνα, είτε το σχέδιο για τη «μικρή ΔΕΗ». Στην ίδια λογική και ο εργοδοτικοί - κυβερνητικοί συνδικαλιστές, που υπονόμευσαν την απεργία της 17 Μάη, αφού δεν πήραν κανένα μέτρο για την οργάνωσή της (σε πολλούς χώρους δεν βγήκε ούτε δελτίο Τύπου στους πίνακες ανακοινώσεων). Δεν είναι τυχαία η τοποθέτηση του προέδρου της ΓΕΝΟΠ ότι δεν υπάρχει λόγος για αντιδράσεις ακόμα, ότι γίνεται διαπραγμάτευση, στηρίζοντας έτσι την κυβέρνηση και καλλιεργώντας αυταπάτες. Ο βρώμικος ρόλος τους αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι για μια ακόμα φορά παίζουν το "χαρτί" των εξαιρέσεων, του συντεχνιασμού, καλλιεργώντας τον κοινωνικό αυτοματισμό. Αποδεικνύεται ότι κανένας "συντονισμός" αυτών που συμφωνούν με την ΕΕ, την ανταγωνιστικότητα, την «απελευθέρωση» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, δεν μπορεί να δώσει αγωνιστική απάντηση ενάντια στην πολιτική που μας εξαθλιώνει.
Όλο και περισσότερο γίνεται φανερό ότι οι εργαζόμενοι στον κλάδο, η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, για να δουν άσπρη μέρα, για να ζήσουν σύμφωνα με τις δυνατότητες και τις ανάγκες της εποχής, έχουν έναν δρόμο: Να συναντηθούν με το ΚΚΕ, να συζητήσουμε μέσα στο κίνημα για το πώς θα πετάξουμε τις βδέλλες που ρουφάνε το αίμα του λαού, να παλέψουμε να γίνει πραγματικότητα η πολιτική πρόταση διεξόδου του ΚΚΕ για έξοδο από την κρίση προς όφελος του λαού, που αποτελεί τη μοναδική απάντηση στην καπιταλιστική βαρβαρότητα που βιώνουμε. Μια πρόταση που κατοχυρώνει ότι το ενεργειακό προϊόν θα είναι κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα, κάτι που για να λυθεί οριστικά προϋποθέτει γραμμή σύγκρουσης και ρήξης με το καθεστώς ιδιοκτησίας των μονοπωλίων στον τομέα της Ενέργειας και συνολικά στην οικονομία. Στον διαφορετικό αυτό δρόμο ανάπτυξης, με τις εγχώριες ενεργειακές πηγές, τις πρώτες ύλες, τα μέσα παραγωγής, μεταφοράς και διανομής Ενέργειας να αποτελούν κοινωνική ιδιοκτησία, ο ενεργειακός σχεδιασμός θα μπορεί να αναπτύξει την παραγωγή και να ικανοποιεί συνδυασμένα το σύνολο των λαϊκών αναγκών και θα διασφαλίζει τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας, την εξασφάλιση επαρκούς λαϊκής κατανάλωσης, τη διασφάλιση της υποδομής για την κάλυψη των αναγκών της κεντρικά σχεδιασμένης βιομηχανίας, την ασφάλεια των εργαζομένων του κλάδου, την προστασία του περιβάλλοντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου