Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2012

Ο κονδυλοφόρος και το στυλό


Μυρωδιά μελάνης, και  μου θυμίζει το σχολείο μου, τότε που γράφαμε με κονδυλοφόρους.  Πολλά εξαρτήματα για να γράψει κανείς μια λέξη. Έπρεπε να έχεις τον κονδυλοφόρο, που ήταν ξύλινος, την μεταλλική πένα, που στερεωνόταν στον κονδυλοφόρο, το γυάλινο μελανοδοχείο γεμάτο μελάνη, το πλεκτό τσαντάκι, όπου τοποθετούσαμε το μελανοδοχείο και το κρεμούσαμε στον ώμο μας, όταν σχολνούσαμε, και τέλος το 

στυπόχαρτο, που απορροφούσε την νωπή μελάνη.  Όλα αυτά για να γράψεις μια, δυο λέξεις, δηλαδή ορνιθοσκαλίσματα παιδιών της πρώτης δημοτικού. Ήταν η πρώτη μας επαφή με την ανεξίτηλη γραφή.
Πρώτη δημοτικού, το 1960, και η αγαπητή μας δασκάλα, η κυρία Λευκή, ακούραστη προσπαθούσε να μας μάθει την τέχνη του να γράφεις με κονδυλοφόρο.  Τι βαρετό πράγμα το γράψιμο με κονδυλοφόρο! Βουτάς την πένα στο μελανοδοχείο, γράφεις ένα γράμμα και ξαναβουτάς να πάρει η πένα μελάνι για να γράψεις το επόμενο γράμμα.  Κάθε λίγο και λιγάκι πατάς το στυπόχαρτο στα γράμματα που έγραψες, για να μη απλωθεί η μελάνη και σου μουντζουρώσει το τετράδιο. Και η κυρία Λευκή πάνω από τα κεφάλια μας, επέβλεπε, διόρθωνε και μας εμψύχωνε στον αγώνα μας, να καταφέρομε να γράψομε μια λέξη. Μια λεξούλα  μόνο, απαιτούσε ολόκληρη διαδικασία και υπομονή.
Και όταν κουραζόμασταν, από αυτό το όχι και τόσο διασκεδαστικό, αλλά επίμονο  παιχνίδι, δηλαδή το γράψιμο με κονδυλοφόρο, τότε αυτός με την φαντασία μας γινόταν ακόντιο αρχαίου πολεμιστή. Και γιατί όχι, ο κονδυλοφόρος ήταν ένα μικροσκοπικό δόρυ, με ακμή την πένα και ακόντιο τον κονδυλοφόρο.  Προσποιούμασταν πως θα πετάξουμε σαν δόρυ τον κονδυλοφόρο στα παιδιά της άλλης σειράς των θρανίων, και τότε επενέβαινε η κυρία Λευκή φωνάζοντας: «Μηηη  θα βγάλετε τα μάτια σας». Εμείς συνεχίζαμε το γράψιμο και καμιά φορά, μόλις τελειώναμε τις λέξεις, καρφώναμε τον κονδυλοφόρο στο ξύλινο θρανίο. Η πένα στραπατσαριζόταν, αλλά ο κονδυλοφόρος έμενε καρφωμένος κάθετα στο θρανίο. Η κυρία Λευκή δεν νευρίαζε με όλα αυτά, αλλά με καλοσύνη έκαμνε τις παρατηρήσεις της και τοποθετούσε στους κονδυλοφόρους καινούριες πένες. Την καημένη την κυρία Λευκή, οι άκρες των δαχτύλων της γινόταν σκούρες από την μελάνη σε αντίθεση με τα βαμμένα κόκκινα νύχια της.
Το 1962, αν θυμάμαι καλά, όλοι οι μαθητές άρχισαν να γράφουν με στυλό, αντί κονδυλοφόρο.  Καινοτομία στο γράψιμο, αλλά ο κονδυλοφόρος παρέμεινε στην τσάντα μας για λίγα χρόνια ακόμη, επειδή το μάθημα της καλλιγραφίας, απαιτούσε μελάνη και πένα.  Τα στυλό ήταν πολύ πιο πρακτικά και γρήγορα στο γράψιμο. Η αντιγραφή και η ορθογραφία έγιναν  παιχνιδάκι. Γρήγορο και καθαρό γράψιμο. Τότε τα στυλό  τα λέγαμε μπικ, από την γαλλική μάρκα στυλό Bic, εκείνα τα φθηνά και πρακτικά στυλό, που μπορούσε να τα αγοράσει εύκολα κάθε μαθητής. Τα πρώτα φθηνά στυλό, είχαν σωληνάριο μελάνης μεταλλικό, το ίδιο όπως είναι  τα σημερινά, με την διαφορά που τώρα η μελάνη είναι σε πλαστικό σωληνάριο.
Τι σοφίστηκαν τα παιδιά, που το μυαλό τους ήταν στο παιχνίδι και την εφευρετικότητα. Ένα νέο παιχνίδι,  και  το στυλό  έγινε «οπλάκι».  Ένα κανονικό μικρό τουφέκι.  Η κατασκευή του εύκολη. Μόλις τελείωνε η μελάνη στο μεταλλικό σωληνάριο, το στερέωναν καρφώνοντας ή δένοντας το σε ένα σανιδάκι, που έμοιαζε με κοντάκι όπλου.  Με ένα μαχαιράκι έξυναν το εύφλεκτο μέρος του σπιρτόξυλου και την σκόνη αυτή με ένα χάρτινο χωνί την άδειαζαν στο σωληνάριο. Στη συνέχεια έκλειναν το στόμιο του σωληναρίου με ένα σπιρτόξυλο, άναβαν ένα άλλο και με την φλόγα ζέσταιναν το σωληνάριο, που ήταν η κάννη του όπλου. Μετά από λίγο η σπιρτόσκονη που ήταν μέσα στο σωληνάριο άναβε, δημιουργούσε αέρια και το σπιρτόξυλο, που ήταν στο στόμιο, έφευγε σαν σφαίρα μερικά μέτρα μακριά.  Τα παιδιά ενθουσιασμένα χειροκροτούσαν από χαρά απολαμβάνοντας το νέο παιχνίδι, που απαιτούσε ένα κουτί σπίρτα, ένα σωληνάριο και ένα ξύλινο κοντάκι. Τα «οπλάκια» όμως, γρήγορα απαγορεύτηκαν και στο σχολείο και στο σπίτι, καθώς χαρακτηρίστηκαν άκρως επικίνδυνα.
Τα στυλό όμως , τα όπλα των μαθητών, αφού με αυτά έγραφαν, έγιναν φυσοκάλαμα. Ακίνδυνα φυσοκάλαμα, αλλά πολύ ενοχλητικά, καθώς αυτά χρησιμοποιήθηκαν στην ώρα του μαθήματος, κυρίως στο γυμνάσιο.  Έβγαζαν το σωληνάριο της μελάνης, και τα δυο καπάκια, και έμενε το πλαστικό μέρος, ένας σωλήνας, όπου τοποθετούσαν σφαιρίδια από χαρτί και  φυσούσαν με δύναμη. Το χάρτινο σφαιρίδιο, το «χαρτάκι», πήγαινε από την μια μεριά της τάξης μέχρι την άλλη. Μερικοί μαθητές μάλιστα σημάδευαν με ακρίβεια το κεφάλι ή το σβέρκο του συμμαθητή τους σε μεγάλη απόσταση, την ώρα του μαθήματος. Οι καθηγητές όμως είχαν πολύ εξασκημένο αυτί και αντιλαμβανόταν τα φυσοκάλαμα, από τον ελάχιστο ήχο που έκαμναν. Σφαλιάρες και αποβολές ήταν το έπαθλο αυτού του παιχνιδιού.
Περασμένα ξεχασμένα. Αναμνήσεις των μαθητικών χρόνων, που γρήγορα πέρασαν. Η νέα γενιά πια ασχολείται με κινητά τηλέφωνα, λαπτόπ, υπολογιστές με παιχνίδια, διαδίκτυο και τόσα άλλα. Όσο για τους κονδυλοφόρους, τους βρίσκει κανείς στα Μουσεία, ενώ τα στυλό διατηρούν ακόμη τα πρωτεία, όσο ακόμη γράφουμε σε χαρτί.
 Δημήτρης Μεκάσης

3 σχόλια:

  1. Υπήρχαν στυλό με μεταλλικά σωληνάρια μελάνης που δεν ήταν Bic και το χρώμα μελάνης δεν προσδιορίζονταν από το καπάκι αλλά από το εξωτερικό σωληνάριο. Το καπάκι τους ήταν πάντοτε μαύρο και πολύ μυτερό και το χρησιμοποιούσαμε σαν ακίδα βέλους στα τόξα με τα οποία παίζαμε κάθε απόγευμα. Όσο και αν έψαξα δεν μπόρεσα να βρω ούτε φωτογραφία από εκείνα τα στυλό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Κάτι μου θυμίζεις, αλλά περάσανε πολλά χρόνια, από τότε που ήμασταν πολύ μικροί.

      Διαγραφή
    2. Η Bic ηταν γαλλική?? Νόμιζα πως ήταν ελληνική...

      Διαγραφή