Μία θεμελιώδης διάκριση, που οφείλει να γίνεται αντιληπτή, αποτελεί εκείνη μεταξύ ιδανικού και πραγματικού ή, ισοδύναμα, μεταξύ θεωρητικού και πρακτικού. Η έννοια του ιδανικού ανήκει στη φιλοσοφία και αναφέρεται σε αναλλοίωτες αρχές, αξίες και στόχους, τα οποία επιδιώκει ο άνθρωπος, και χαρακτηρίζονται από τελειότητα, καθαρότητα και αρμονία, ενώ το πραγματικό αφορά στο τελικό
αποτέλεσμα που επιτυγχάνεται. Λόγω της εγγενούς ανθρώπινης αδυναμίας σχεδόν πάντα το πραγματικό είναι ατελές και μόνο προσεγγίζει ως ένα βαθμό το ιδανικό. Για παράδειγμα, η αυτοθυσία των Σπαρτιατών στη μάχη των Θερμοπυλών ενσαρκώνει τα ιδανικά του πατριωτισμού και της προσφοράς στο σύνολο, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία των μαχών στην ιστορία υπολείπεται ενός τέτοιου ακραίου χαρακτήρα.
Κατά μία άλλη έννοια, ιδανικό είναι η ιδέα, δηλαδή, οποιαδήποτε σύλληψη του νου, η οποία ενυπάρχει στη θεωρία, και μπορεί ή όχι να εμφανίζεται ή, κατά τον Πλάτωνα, να προβάλλεται στην πραγματικότητα που αντιλαμβανόμαστε. Ο κόσμος των ιδεών αποτελεί εξ ορισμού υπερσύνολο της πραγματικότητας, αφού για να γίνει κάτι αντιληπτό πρέπει προηγουμένως να διαμορφωθεί στην σκέψη μας, ενώ υπάρχουν ιδέες που για διάφορους λόγους δεν μπορούν να υλοποιηθούν. Για παράδειγμα, ένα υλικό αντικείμενο ενυπάρχει τόσο ως νοερή σύλληψη, όσο και ως απτή πραγματικότητα, αλλά, ενώ μπορούμε να φανταστούμε έναν ιπτάμενο ελέφαντα, ο νόμος της βαρύτητας απαγορεύει την εμφάνισή του. Επίσης, στην θεωρία έχουν διατυπωθεί τρόποι για τη βελτίωση της κοινωνίας, αλλά λόγω της διαφθοράς του συστήματος παραμένουν στα χαρτιά, αδρανείς και ανεφάρμοστοι. Τέλος, μαθηματικές έννοιες, όπως εκείνες της ευθείας γραμμής και του κύκλου, ορίζονται θεωρητικά ως τέλειες και κάθε πραγματικό σχήμα θα έχει κάποια απόσταση από το ιδανικό του, ακόμα και σε μοριακό επίπεδο. Άλλωστε, εδώ και οι αιώνες οι φιλόσοφοι διακρίνονται στους ιδεαλιστές και στους ρεαλιστές, ανάλογα με ποιον κόσμο προτάσσει ως αρχικό ο καθένας, αλλά κατά βάθος στην απόλυτή μορφή τους ταυτίζονται και συμπίπτουν με τη θεωρία που διατύπωσε ο Πλάτωνας.
Η σύγχυση μεταξύ ιδανικού και πραγματικού στην καθημερινότητα οδηγεί τον άνθρωπο σε αποπροσανατολισμό και μπορεί να εμφανιστεί με δύο τύπους: την αναβάθμιση μιας ατελούς πραγματικής κατάστασης σε ανώτερο ιδανικό, γνωστή ως εξιδανίκευση, και τον υποβιβασμό της ανωτερότητας ενός ιδανικού μέσω της φθοράς του από μια πραγματική κατάσταση. Στην πρώτη περίπτωση, ένα άτομο, μια συμπεριφορά κλπ, η οποία λειτουργεί ως πρότυπο στην κοινωνία, συσχετίζεται και λαμβάνει ισοδύναμη αξία με το αντίστοιχο ιδανικό, το οποίο κανονικά θα έπρεπε να ακολουθεί και να πρεσβεύει από απόσταση. Για παράδειγμα, σήμερα όταν γίνεται αναφορά στη δημοκρατία και τους άλλους θεσμούς αφήνεται να εννοηθεί ότι λειτουργούν τέλεια, ενώ απέχουν κατά πολύ από την κλασική τους έννοια. Από την άλλη πλευρά, η "μόλυνση" ενός ιδανικού από την πραγματικότητα, επίσης, έχει καταστροφικά αποτελέσματα. Για παράδειγμα, ο συνεχής καθημερινός εξευτελισμός του πολιτικού συστήματος έχει ως σκοπό να διαφθείρει τις ανώτερες έννοιες του πολιτεύματος, της διακυβέρνησης και της ιεραρχίας, να υποβαθμίσει τον καθοριστικό ρόλο τους στα δημόσια πράγματα και να διασκεδάσει την τεράστια ευθύνη που φέρουν για οτιδήποτε καλό ή κακό συμβαίνει. Η τελική σκοπιμότητα της εσκεμμένης παρεξήγησης είναι να απομακρυνθεί ο πολίτης από τα δημόσια πράγματα, να αποθαρρυνθεί από την απαίτηση καλύτερης μεταχείρισης και να αδρανοποιηθεί στην παρούσα ευτελή κατάσταση. Η σύγχυση μεταξύ εννοιών, όπως γνώση και ενημέρωση, παραγωγή και κατανάλωση, ατομικό και συλλογικό συμφέρον, και άλλων παρόμοιων αποτελεί από τους πρωταρχικούς λόγους της σύγχρονης παρακμής.
αποτέλεσμα που επιτυγχάνεται. Λόγω της εγγενούς ανθρώπινης αδυναμίας σχεδόν πάντα το πραγματικό είναι ατελές και μόνο προσεγγίζει ως ένα βαθμό το ιδανικό. Για παράδειγμα, η αυτοθυσία των Σπαρτιατών στη μάχη των Θερμοπυλών ενσαρκώνει τα ιδανικά του πατριωτισμού και της προσφοράς στο σύνολο, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία των μαχών στην ιστορία υπολείπεται ενός τέτοιου ακραίου χαρακτήρα.
Κατά μία άλλη έννοια, ιδανικό είναι η ιδέα, δηλαδή, οποιαδήποτε σύλληψη του νου, η οποία ενυπάρχει στη θεωρία, και μπορεί ή όχι να εμφανίζεται ή, κατά τον Πλάτωνα, να προβάλλεται στην πραγματικότητα που αντιλαμβανόμαστε. Ο κόσμος των ιδεών αποτελεί εξ ορισμού υπερσύνολο της πραγματικότητας, αφού για να γίνει κάτι αντιληπτό πρέπει προηγουμένως να διαμορφωθεί στην σκέψη μας, ενώ υπάρχουν ιδέες που για διάφορους λόγους δεν μπορούν να υλοποιηθούν. Για παράδειγμα, ένα υλικό αντικείμενο ενυπάρχει τόσο ως νοερή σύλληψη, όσο και ως απτή πραγματικότητα, αλλά, ενώ μπορούμε να φανταστούμε έναν ιπτάμενο ελέφαντα, ο νόμος της βαρύτητας απαγορεύει την εμφάνισή του. Επίσης, στην θεωρία έχουν διατυπωθεί τρόποι για τη βελτίωση της κοινωνίας, αλλά λόγω της διαφθοράς του συστήματος παραμένουν στα χαρτιά, αδρανείς και ανεφάρμοστοι. Τέλος, μαθηματικές έννοιες, όπως εκείνες της ευθείας γραμμής και του κύκλου, ορίζονται θεωρητικά ως τέλειες και κάθε πραγματικό σχήμα θα έχει κάποια απόσταση από το ιδανικό του, ακόμα και σε μοριακό επίπεδο. Άλλωστε, εδώ και οι αιώνες οι φιλόσοφοι διακρίνονται στους ιδεαλιστές και στους ρεαλιστές, ανάλογα με ποιον κόσμο προτάσσει ως αρχικό ο καθένας, αλλά κατά βάθος στην απόλυτή μορφή τους ταυτίζονται και συμπίπτουν με τη θεωρία που διατύπωσε ο Πλάτωνας.
Η σύγχυση μεταξύ ιδανικού και πραγματικού στην καθημερινότητα οδηγεί τον άνθρωπο σε αποπροσανατολισμό και μπορεί να εμφανιστεί με δύο τύπους: την αναβάθμιση μιας ατελούς πραγματικής κατάστασης σε ανώτερο ιδανικό, γνωστή ως εξιδανίκευση, και τον υποβιβασμό της ανωτερότητας ενός ιδανικού μέσω της φθοράς του από μια πραγματική κατάσταση. Στην πρώτη περίπτωση, ένα άτομο, μια συμπεριφορά κλπ, η οποία λειτουργεί ως πρότυπο στην κοινωνία, συσχετίζεται και λαμβάνει ισοδύναμη αξία με το αντίστοιχο ιδανικό, το οποίο κανονικά θα έπρεπε να ακολουθεί και να πρεσβεύει από απόσταση. Για παράδειγμα, σήμερα όταν γίνεται αναφορά στη δημοκρατία και τους άλλους θεσμούς αφήνεται να εννοηθεί ότι λειτουργούν τέλεια, ενώ απέχουν κατά πολύ από την κλασική τους έννοια. Από την άλλη πλευρά, η "μόλυνση" ενός ιδανικού από την πραγματικότητα, επίσης, έχει καταστροφικά αποτελέσματα. Για παράδειγμα, ο συνεχής καθημερινός εξευτελισμός του πολιτικού συστήματος έχει ως σκοπό να διαφθείρει τις ανώτερες έννοιες του πολιτεύματος, της διακυβέρνησης και της ιεραρχίας, να υποβαθμίσει τον καθοριστικό ρόλο τους στα δημόσια πράγματα και να διασκεδάσει την τεράστια ευθύνη που φέρουν για οτιδήποτε καλό ή κακό συμβαίνει. Η τελική σκοπιμότητα της εσκεμμένης παρεξήγησης είναι να απομακρυνθεί ο πολίτης από τα δημόσια πράγματα, να αποθαρρυνθεί από την απαίτηση καλύτερης μεταχείρισης και να αδρανοποιηθεί στην παρούσα ευτελή κατάσταση. Η σύγχυση μεταξύ εννοιών, όπως γνώση και ενημέρωση, παραγωγή και κατανάλωση, ατομικό και συλλογικό συμφέρον, και άλλων παρόμοιων αποτελεί από τους πρωταρχικούς λόγους της σύγχρονης παρακμής.
Βαγγέλης Τσούκας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου