Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2012

Άτιτλο


Γράφει ο Θεοδ.Νικολαΐδης 
Άγριος νιφετός. Σε μια εξίσου άγρια εποχή. Στην ακριτική αυτή πολίχνη της στριμωγμένης ζωής, ο καθένας δοκιμάζεται στην άνιση αναμέτρησή του με την πείσμονα χιονόπτωση. Στο σκηνικό του τρελού χορού των νιφάδων ο νους γίνεται εύκολη λεία των ιδιότροπων συνειρμών. Fluctus numero” που θα έλεγε και ο Κικέρωνας.
Τα καλά κείμενα δεν τα διαβάζεις απλώς. Στα καλά κείμενα διαρκώς επιστρέφεις. Νίκου 

Εγγονόπουλου, Τα Κλειδοκύμβαλα της σιωπής (1939). Ο τίτλος του ποιήματος «Πρωινό Τραγούδι». Διαβάζω: «ερώτησα/ κάποτες γιατί/ τάχατες/ η τραγική/ και σεμνή παρθένα/ που λέγονταν Πουλχερία/ την παραμονή του/ γάμου της/ σφουγγάρισε προσεχτικά όλο/ το σπίτι/ και την επομένη απέθανε;». Η σκέψη μου σπεύδει δρομαία στο νεαρό εκείνο ξανθό και χαμογελαστό κορίτσι που ξεκίνησε από τη Βοστόνη, «ανδρώθηκε» φιλολογικά στο εύσημο πρωτόκολλο σπουδών του Κέιμπριτζ αλλά προτίμησε να τεντώσει το νήμα της ζωής και της ψυχής της πάνω σε στίχους. Στίχους ισομεγέθεις του τραγικού πεπρωμένου της. Αντί για το ασκόνιστο πανεπιστημιακό έδρανο προτίμησε τη λάξευση στο λατομείο της ποίησης. Και η λάξευση αυτή έχει πολλή σκόνη.
11 Φεβρουαρίου 1963. Περίπου σαν σήμερα σε απόσταση ημίσεως του αιώνος. Έχει ήδη ξεκινήσει για την ίδια μια νέα περίοδος. Περίοδος σκληρή, μοναχική, ασθμαίνουσα υπό το βάρος των προσωπικών της διαψεύσεων και αδιεξόδων. Μετακομίζει με τα δυο παιδιά της στο Λονδίνο. Η άκρως φτωχική οικιακή σκευή της σε ρητή ασυμφωνία με την προικισμένη σκευή του ποιητικού της οίστρου. Νοικιάζει ένα διαμέρισμα στο σπίτι του ποιητή Γέιτς. Ίσως θεωρεί ότι στο σπίτι αυτό τής προσφέρεται μια πιο προνομιακή θέση στις νεφέλες της ποιητικής στρατόσφαιρας. Ίσως θεωρεί ότι οι Μούσες θα φανούν πιο γενναιόδωρες μαζί της τώρα που είναι άρρωστη και οικονομικά κάτισχνη. Ο πολιορκητικός κριός της βαριάς κατάθλιψής της έχει ήδη αρχίσει να επιχαίρει μπροστά στη διαφαινόμενη τελική του νίκη. Είναι στα τελευταία χτενίσματα του μοναδικού της μυθιστορήματος, του Γυάλινου Κώδωνος.
11 Φεβρουαρίου 1963. Περίπου σαν σήμερα. Αφού ετοίμασε πρωινό για τα δυο παιδιά της κίνησε να κατοικήσει στα πεδία της μαύρης γαλήνης εισπνέοντας φυσικό αέριο από τον φούρνο της κουζίνας της. Ανήμπορη να τα βάλει με τον βαρύ χειμώνα της ψυχής της το χιονισμένο εκείνο πρωινό του Φλεβάρη του 1963 και δίχως να παραλείψει να ετοιμάσει πρωινό για τα παιδιά της. Είκοσι χρόνια μετά γινόταν η πρώτη ποιήτρια που κέρδιζε μετά θάνατον το βραβείο Πούλιτζερ.
Ήταν η Σύλβια Πλαθ. Η ποιητική φωνή που μαζί με τη Βίβλο των ονείρων της συνύφαινε και μια προοδευτική κατάρρευση.
Θεοδόσης Νικολαΐδης  

2 σχόλια:

  1. ΟΙ ΣΥΝΕΙΡΜΟΊ ΔΕΝ ΕΊΝΑΙ ΙΔΙΟΤΡΟΠΟΙ.ΙΔΙΌΤΡΟΠΟΙ ΕΊΝΑΙ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΜΑΣ ΑΝΑΓΚΑΖΟΥΝ ΝΑ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΜΕ.ΠΟΛΥ ΛΑΛΟ ΚΕΙΜΕΝΟ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ένα πολύ καλό κείμενο μνείας στην Πλαθ, μέσα στα πάμπολλα κακώς κείμενα των χαλεπών καιρών που διανύουμε.

    Δυστυχώς συνειρμικά η πορεία της συνδέεται με την παρούσα οικονομική, κοινωνική και ψυχική κατάρρευση. Την κατάθλιψη ενός ολόκληρου λαού. ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΕΛΠΙΣ όπως είναι ο τίτλος βιβλίου του Σαμαράκη.

    Χρυσούλα Νεδέλκου

    ΑπάντησηΔιαγραφή