Στην
Φλώρινα τα περισσότερα σπίτια, του 19ου αιώνα, είχαν προεξοχή στον
πρώτο όροφο και πολλά μακρόστενα παράθυρα. Το δωμάτιο αυτό του πρώτου ορόφου,
με τα πολλά παράθυρα ήταν το καθιστικό.
Ήταν στρωμένο με κιλίμια και στους τοίχους συνεχόμενο μιντέρι, στερεωμένο στον
τοίχο. Το μιντέρι ήταν από ξύλο και πάνω σε αυτό τοποθετούσαν μαξιλάρια για να
κάθονται αναπαυτικά. Από τα παράθυρα αγνάντευαν
τον δρόμο, πίσω από τα
κουρτινάκια, καθώς αυτός ο χώρος ήταν κυρίως των γυναικών, που εκείνα τα χρόνια
δεν κυκλοφορούσαν και πολύ στους δρόμους.
Στη μέση του δωματίου ήταν το
τραπεζάκι, ο σοφράς, που το μετακινούσαν για να ακουμπήσουν τα φλιτζάνια και τα
ποτήρια, επειδή τα μιντέρια δεν μετακινούνταν, καθώς αυτά ήταν καρφωμένα στους
τοίχους. Επίσης μέσα στο δωμάτιο ήταν και το μαγκάλι, το καλό μαγκάλι, το
χάλκινο μαγκάλι, που στηριζόταν σε τέσσερα ξύλινα ποδαράκια. Στο χάλκινο
μαγκάλι τοποθετούσαν τα αναμμένα
κάρβουνα, για να ζεστάνουν το δωμάτιο.
Κάπως έτσι ήταν το δωμάτιο με τα μιντέρια στα χρόνια της τουρκοκρατίας.
Το στυλ του ήταν ανατολίτικο και χαρακτηριστικό των τούρκικων σπιτιών, αλλά και
πολλών χριστιανικών, και κυρίως ευκατάστατων οικονομικά οικογενειών. Τα
φτωχόσπιτα δεν είχαν μιντέρια. Οι φτωχοί τότε βολευόταν στο πάτωμα. Μιντέρια είχαν και τα τούρκικα καφενεία, οι
καφενέδες, όπου καθόταν οι θαμώνες, για να πιουν τον καφέ τους και να καπνίσουν
ναργιλέ. Χαρτιά έπαιζαν πάνω στους
σοφράδες, καθισμένοι στα μιντέρια και στο πάτωμα. Τότε δεν υπήρχαν ούτε
καρέκλες ούτε τραπέζια στα καφενεία και στα σπίτια.
Στα
τέλη του 19ου αιώνα και αρχές του 20ου αιώνα, άρχισαν να
αλλάζουν οι συνήθειες των χριστιανών της πόλης. Ο αστισμός τους επηρέασε πολύ
και στράφηκαν στον ευρωπαϊκό πολιτισμό, κάνοντας μεγάλη προσπάθεια για να ξεφύγουν
από τις ανατολίτικες συνήθειες. Τα νεοκλασικά σπίτια, που άρχισαν να χτίζονται
αυτή την περίοδο, εφοδιάστηκαν με
καρέκλες και τραπέζια, σόμπες, κρεβάτια, και άλλαξαν τον παλιό τρόπο
ζωής του χριστιανικού πληθυσμού της πόλης. Μετά την απελευθέρωση του 1912, ο
αστικοποιημένος τρόπος ζωής εδραιώθηκε περισσότερο. Τα νεοκλασικά σπίτια δεν
είχαν μιντέρια, καθώς αυτά ανήκαν στον ανατολίτικο πολιτισμό. Αντικαταστάθηκαν
από τα σαλονάκια, που ήταν εισαγόμενα, και κυρίως από την Γαλλία και την
Αυστρία. Στην δεκαετία του 1920, τα σαλονάκια βρίσκονταν στο δωμάτιο υποδοχής ή
στην σάλα των νεοκλασικών σπιτιών. Τα σαλονάκια αυτά είχαν ένα διθέσιο
καναπεδάκι, δυο πολυθρόνες και τραπεζάκι. Το καναπεδάκι και οι πολυθρόνες είχαν
το ύψος μια καρέκλας και ήταν άβολα, παρόλο που το κάθισμα είχε ελατήρια και
βελούδινο ύφασμα. Είχαν πολύ ωραία εμφάνιση και θύμιζαν γαλλικά έπιπλα του 18ου
αιώνα. Όμως δεν ήταν αναπαυτικά. Δεν είχαν όλα τα σπίτια σαλονάκια, επειδή αυτά
κόστιζαν αρκετά, καθώς ήταν εισαγόμενα από το εξωτερικό. Οι περισσότεροι
προτιμούσαν να καθίσουν στην τραπεζαρία και εκεί να απολαύσουν τον καφέ τους
και να συζητήσουν με τους επισκέπτες τους.
Οι
καναπέδες και οι πολυθρόνες σημερινού τύπου, δηλαδή με αφρολέξ και χαμηλοί
έγιναν γνωστοί στους περισσότερους από την καφετέρια του ξενοδοχείου «Ξενία»
και αργότερα από την καφετέρια του ξενοδοχείου «Λύγκος». Αργότερα στην δεκαετία
του 1970, οι ντόπιοι τεχνίτες άρχισαν να φτιάχνουν καναπέδες και
μπαουλοντίβανα. Αυτήν την δεκαετία άρχισε μια έντονη δραστηριότητα
ανοικοδόμησης με την αντιπαροχή. Τα διαμερίσματα διέθεταν δωμάτιο σαλόνι, για
τον καναπέ και τις πολυθρόνες. Την ίδια εποχή έκανε την εμφάνισή της και η
τηλεόραση και πήρε την θέση της απέναντι από τον καναπέ. Τα επόμενα χρόνια δεν
έμεινε σπίτι που να μην έχει καναπέ και
τηλεόραση. Μάλιστα ο συνδυασμός καναπές και τηλεόραση δημιούργησαν ένα
νέο πολίτη, τον πολίτη που είναι ενημερωμένος, αλλά αδρανής. «Γίναμε όλοι του
καναπέ», μια φράση που χαρακτηρίζει τη εποχή μας.
Δημήτρης
Μεκάσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου