Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2014

Ο τρύγος στην Φλώρινα

Το εγκαταλελειμμένο αμπέλι μας στο Ουρδέσι, το 1989. Σήμερα είναι δασική έκταση όπως όλα τα γειτονικά αμπέλια που εγκαταλείφτηκαν νωρίτερα.


Γράφει ο Δημήτρης Μεκάσης
Το Ουρδέσι ήταν γεμάτο αμπελάκια, που χωρίζονταν μεταξύ τους με βατομουριές. Όμορφη πλαγιά, που άρχιζε από τα Πισοδερίτικα και μέχρι το Πεδίο Βολής. Νοικοκύρηδες οι ιδιοκτήτες των αμπελιών, που ήταν ερασιτέχνες αμπελουργοί, και το κρασί των αμπελιών τους το έπιναν οι ίδιοι, καθημερινά, αλλά και στα οικογενειακά γλέντια.
Από την άνοιξη άρχιζαν τις εργασίες με το σκάλισμα, το κλάδεμα και το ράντισμα, μέχρι να έρθει η πολυπόθητη ημέρα του τρύγου. Ο τρύγος γινόταν κάποια Κυριακή του Οκτωβρίου, ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες.
Τρύγος! Και γεμίζει ο νους μου από αναμνήσεις μιας μακρινής εποχής. Τότε, γύρω στο 1960, που ακόμη υπήρχε ο παλιός τρόπος ζωής, χωρίς μηχανές και ανέσεις. Τότε που οι απλοί άνθρωποι κατάφερναν να δώσουν τόση ομορφιά στην ζωή τους, με απλές εκδηλώσεις χαράς. Θυμάμαι και θα θυμάμαι πάντα την ημέρα του τρύγου.
Από τα χαράματα έξω από το σπίτι μας περίμενε ένας κουμπάρος από τα Άλωνα με τρία μουλάρια, που το καθένα έφερε δυο μεγάλα κοφίνια. Με αυτά θα μεταφέραμε τα σταφύλια από το αμπέλι στο σπίτι. Μόλις ανέτειλε ο ήλιος και άρχιζε να ζεσταίνει συγκεντρώνονταν οι γείτονες, οι φίλοι και οι συγγενείς έξω από το σπίτι μας. Όλοι έρχονταν εθελοντικά να βοηθήσουν στον τρύγο, για να τελειώνουμε γρήγορα, αλλά και να γευτούν όλα τα νόστιμα φαγητά της νοικοκυράς. Φαγητά που είχαν σχέση με τον τρύγο.
Ξεκινούσαμε όλοι μαζί. Μια πομπή χαρούμενων ανθρώπων διέσχιζε την πόλη. Μπροστά οι μεγάλοι, πιο πίσω οι νέοι και στο τέλος τα μουλάρια με τα κοφίνια. Μέσα σε αυτά ήμασταν εμείς τα μικρά παιδιά, που απολαμβάναμε την διαδρομή μέσα στα κοφίνια. Ζυγισμένα. Ο ένας στο ένα κοφίνι και ο άλλος στο άλλο. Η πομπή περνούσε μέσα από την πόλη ήσυχα, αφού οι περισσότεροι ακόμη κοιμόνταν στα χαμηλά σπιτάκια τους. Μόλις όμως φτάναμε στα Πισοδερίτικα, που τότε ήταν αλώνι και κατασκήνωναν μερικοί περιπλανώμενοι γύφτοι, εκεί άρχιζε το γραφικό ανηφορικό μονοπάτι με τα αμπέλια από την μια και την άλλη μεριά. Από εκεί οι νέοι άρχιζαν τα τραγούδια και οι μεγαλύτεροι να πειράζουν όσους συναντούσαν στα αμπέλια τους. Αστεία και τραγούδια σε όλη την διαδρομή και εμείς μέσα από τα κοφίνια απολαμβάναμε ξεκούραστοι και τα τραγούδια και τα αστεία και το τοπίο.
Και μόλις φτάναμε στο αμπέλι, όλοι με ένα καλαθάκι στο ένα χέρι και ένα μαχαιράκι στο άλλο σκορπούσαν και κύκλωναν τα κλήματα. Έστρωναν και μια κουβέρτα και εκεί άδειαζαν τα καλαθάκια, όταν τα κοφίνια ήταν γεμάτα. Ο κουμπάρος από τα Άλωνα τραβούσε τα χαλινάρια και ξεκινούσαν τα μουλάρια και πηγαίνανε τα σταφύλια στο σπίτι.   
Μετά από αρκετή ώρα γινόταν ένα διάλειμμα για να φάνε όλοι  το φαγητό της ημέρας του τρύγου, που ήταν πάπια με λάχανο στην κατσαρόλα. Άλλοι συνήθιζαν να φτιάχνουν κρέας με λάχανο, πίτες, κεφτέδες με κρεμμύδια και ψημένες πιπεριές στο λάδι. Τσίπουρο για τους μεγάλους και νερό για τους μικρούς. Και μετά πάλι άρχιζαν το μάζεμα, πάντα με αστεία και τραγούδια. Και όταν ο κουμπάρος έκαμνε αρκετές διαδρομές, έφτανε το μεσημέρι. Ο ζεστός ήλιος μεσουρανούσε. Ήταν η ώρα της επιστροφής. Η πομπή ξεκινούσε για το σπίτι, όλοι αρκετά κουρασμένοι, αλλά χορτάτοι.
Στο σπίτι πάντα κάποιοι ήταν και πατούσαν τα σταφύλια στην σκάφη μόλις έφταναν τα φορτωμένα μουλάρια. Το τελευταίο αγώγι με σταφύλια ήταν για εμάς τα παιδιά, που με τόση χαρά περιμέναμε αυτήν την ημέρα για να πατήσουμε τα σταφύλια. Και όταν οι μεγάλοι έτρωγαν και αναπαύονταν, εμείς τα μικρά παιδιά πατούσαμε τα τελευταία σταφύλια με γυμνά πόδια μέσα σε μια σκάφη. Με κανάτες άδειαζαν οι πιο μεγάλοι το ζουμί και τα πατημένα σταφύλια στα βαρέλια. Όλα γίνονταν στο ημιυπόγειο όπου είχαν την θέση τους τα βαρέλια του κρασιού. Εξαιρετικό μέρος, καθώς η θερμοκρασία του ήταν σταθερή, απαραίτητη στο ζύμωμα του κρασιού.
Με τον τρύγο έκλεινε ένας κύκλος εργασιών. Στην συνέχεια όλοι περίμεναν το νέο κρασί, το κρασί της χρονιάς. Οι συζητήσεις γι αυτό ήταν ατελείωτες, που τις απολάμβαναν, πριν   απολαύσουν το κρασί τους. Την τρίτη ημέρα μετά τον τρύγο γεύονταν για λίγες ημέρες τον μούστο. Μετά από σαράντα ημέρες ζύμωσης το κρασί ήταν έτοιμο. Το νέο κρασί, το κρασί της χρονιάς που όλοι περίμεναν. Τον Ιανουάριο έβραζαν τα τσίπουρα. Ο κύκλος είχε κλείσει. Ο νέος κύκλος του κρασιού θα άρχιζε τον Μάρτιο με το σκάψιμο του αμπελιού.
Οι κάτοικοι της πόλης της Φλώρινας, όλοι είχαν ένα αμπέλι για τις ανάγκες του σπιτιού, για όλη την χρονιά, που το δούλευαν με μεράκι, επειδή λάτρευαν το κρασί και το τσίπουρο.

Δημήτρης Μεκάσης








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου