Πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 18 Οκτωβρίου, με μέριμνα της Π.Ε. Φλώρινας, ο καθιερωμένος εορτασμός της ημέρας μνήμης του Μακεδονικού Αγώνα.
Η ημέρα ξεκίνησε με δοξολογία στον Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Παντελεήμονος Φλώρινας και ακολούθησε επιμνημόσυνη δέηση και κατάθεση στεφάνων στο Μνημείο της Πλατείας Γ. Μόδη.
Η τελετή έκλεισε με ομιλία από τον κ. Λάζαρο Μοστάκη, δικηγόρο συνταξιούχο, μέλος του Συλλόγου Μακεδονομάχων Φλώρινας. Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:
«Γιορτάζουμε σήμερα και τιμούμε την ημέρα του Μακεδονικού Αγώνα σύμφωνα με το επίσημο πρόγραμμα, που περιλαμβάνει και σχετική ομιλία. Δεν είναι δυνατόν βέβαια η ομιλία να είναι μακροσκελής και με λεπτομέρειες, αλλά θα είναι περιληπτική και περιορισμένη, λόγω των συνθηκών και του περιορισμένου χρόνου. Γι’ αυτό λοιπόν θα παρακαλέσω να μου συγχωρεθούν τυχόν ατέλειες και αναπόφευκτες παραλείψεις.
Ο ένοπλος Μακεδονικός Αγώνας έγινε στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα και συγκεκριμένα διήρκησε πέντε χρόνια περίπου, δηλαδή από το 1930 μέχρι το 1908.
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία που κράτησε για πέντε περίπου αιώνες στα Βαλκάνια, είχε περιέλθει σε παρακμή και άρχισε να καταρρέει. Ήταν ο «μεγάλος ασθενής», όπως λέγουν οι ιστορικοί. Εν όψει λοιπόν της αποχώρησης των Τούρκων από τη Βαλκανική, η Μακεδονία μας που ιστορικά, εθνολογικά και δικαιωματικά ανήκε στην Ελλάδα μας, έγινε εντούτοις στόχος της τότε Βουλγαρίας και διεκδικήθηκε για πολλά χρόνια έντονα, σκληρά και με κάθε τρόπο και μέσον.
Οι τότε Βούλγαροι, που κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας τουρκοκρατίας, είχαν περιέλθει σε εθνική ατονία και σχεδόν ανυπαρξία, υποκινήθηκαν συστηματικά, υποδαυλίστηκαν και στηρίχθηκαν ασταμάτητα από την τότε πανίσχυρη τσαρική Ρωσία, για να αφυπνισθούν και να διεκδικήσουν τη Μακεδονία, αφού θα την εγκατέλειπαν οι Τούρκοι, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τις ζεστές θάλασσες του Αιγαίου, της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Έτσι, στα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας, άρχισε από μέρους των Βουλγάρων μία επίμονη προσπάθεια εκβουλγαρισμού της Μακεδονίας, με διώξεις, απειλές, πιέσεις, βιαιοπραγίες και δολοφονίες του ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας, ώστε, όταν θα ερχόταν η ώρα της διανομής των εδαφών στα τραπέζια της διπλωματίας, να μπορούν να πείσουν και να επιτύχουν την προσάρτηση της Μακεδονίας.
Η περίοδος αυτή ήταν μακροχρόνια και πολύ πριν το 1870, όταν οι ανυποψίαστοι Χριστιανοί κάτοικοι διψώντας για ελευθερία και αποτίναξη του τούρκικού ζυγού, θα ήσαν εύκολα θύματα της βουλγαρικής προπαγάνδας. Τα πράγματα χειροτέρεψαν για τους Έλληνες χριστιανούς ορθόδοξους μακεδόνες, ακόμη περισσότερο, από το 1870 και προς τα εδώ, διότι το 1870 με σχετικό φιρμάνι του Σουλτάνου, και κατόπιν πιέσεως της Ρωσίας, ιδρύθηκε επίσημα αυτοκέφαλη εκκλησία της Βουλγαρίας, η οποία αποσχίσθηκε από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως, και ορίσθηκε Έξαρχος επικεφαλής της βουλγαρικής εκκλησίας.
Από τότε εντάχθηκαν οι διώξεις και οι πιέσεις των ελληνικών πληθυσμών των χωριών και των πόλεων, από τους πάνοπλους βουλγαροκομιτατζήδες για να πείθουν τους κατοίκους να ενταχθούν στη βουλγαρική εκκλησία. Η παραπαίουσα τουρκική εξουσία δεν μπορούσε ή δεν ήθελε να επιβάλλει την τάξη για να προστατευθούν έτσι οι ελληνικοί πληθυσμοί, και εφόσον άλλωστε δεν την ενδιέφερε που σκοτώνονταν μεταξύ τους οι ραγιάδες χριστιανοί. Μόνον όταν θιγόταν δικά τους συμφέροντα επενέβαιναν και μάλιστα βιαίως κατά Βουλγάρων και Ελλήνων. Τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα και οι ελληνικοί πληθυσμοί υπέφεραν. Δεν ήξερες από ποιον να προφυλαχθείς και πώς να προφυλαχθείς. Η ίδια κατάσταση παντού σε όλη τη Μακεδονία.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων οι Μακεδόνες και οι λοιποί Έλληνες δεν έμειναν άπραγοι. Άρχισαν να συγκεντρώνονται, να οργανώνονται και να δραστηριοποιούνται. Αναδείχθηκαν τοπικοί παράγοντες και καπεταναίοι. Ιδρύονταν στην πόλη του Μοναστηρίου και των περιχώρων Επιτροπές Άμυνας για αντιμετώπιση της ασταμάτητης βουλγαρικής προπαγάνδας. Ακόμη και με σκληρά αντίποινα, φόνους κ.λ.π. Η εκκλησία μας άρχισε να αναθαρρεύει, διότι μέχρι τότε οι ιερείς και οι ψάλτες στα χωριά μας υφίσταντο τα πάνδεινα. Βιαιότητες, τραυματισμοί, δολοφονίες. Ήταν ο πρώτος στόχος των βουλγαροκομιτατζήδων. Οι Μακεδονικές Οργανώσεις και Σύλλογοι της Αθήνας κινητοποιήθηκαν. Με ιδιωτική πρωτοβουλία κυρίως, άρχισαν να ιδρύονται ελληνικά σχολεία στις πόλεις και τα χωριά μας.
Πρωτεργάτες, πρόδρομοι και μορφές του Μακεδονικού Αγώνα, και της ελληνικής ιστορίας, ο Στέφανος Δραγούμης από το Βογατσικό Καστοριάς, πεθερός του Παύλου Μελά, ο γιός του Ίων Δραγούμης, διπλωμάτης στο Προξενείο Μοναστηρίου, ο Λάμπρος Κορομηλάς, Γενικός Πρόξενος στη Θεσσαλονίκη και άλλοι πολλοί που τα ονόματά τους δοξάζονται μέσα από τις χρυσές σελίδες της ιστορίας. Η περίεργη, η δύσκολη και μαρτυρική αυτή περίοδος γύρω από τα 1870, μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ένας ακήρυχτος μακροχρόνιος Προ-Μακεδονικός Αγώνας.
Επικεντρωνόμαστε στη περιοχή μας, τη Δυτική Μακεδονία, που υπήρξε το μεγαλύτερο θέατρο του Μακεδονικού Αγώνα. Τα γεγονότα και τα δρώμενα οδηγούσαν προς την ένοπλη σύγκρουση. Ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης, φλογερός πατριώτης, είχε αντιληφθεί από το 1900 τον κίνδυνο. Σε συνεργασία με τους τοπικούς καπεταναίους περιοχής Φλώρινας και Καστοριάς, όπως τον καπετάν Κώτα από το χωριό Ρούλια που δρούσε ανεξάρτητος στην αρχή στην περιοχή Κορεστίων, τον καπετάν Βαγγέλη από τα Ασπρόγεια, τον Γκούλε από το Τρίβουνο, τον Γιώργη από το Φλάμπουρο και με άλλους γηγενείς μακεδόνες είχε οργανώσει την περιοχή για να υποδεχθεί τους καπεταναίους από τη νότια Ελλάδα.
Οι Βούλγαροι τον Ιούλιο του 1903 προκάλεσαν μία πρόσκαιρη, ολίγων ημερών αποτυχημένη αναταραχή, την οποία θέλησαν να παρουσιάσουν ως επανάσταση κατά των Τούρκων. Αντιπετωπίσθησαν και συνετρίβησαν από τον τουρκικό στρατό. Δυστυχώς όμως την πλήρωσαν ακριβά και οι Έλληνες μακεδόνες του Κρουσόβου, του Μοναστηρίου και περιχώρων.
Ο Παύλος Μελάς ήρθε τρείς φορές στην τρομοκρατούμενη Δ. Μακεδονία. Τον Φεβρουάριο του 1904 και τον Ιούλιο του 1904 ήλθε για να συναντήσει τοπικούς καπεταναίους, επώνυμους και ανώνυμους, να συνεργασθεί, να οργανώσει καλύτερα τον αγώνα, να εμψυχώσει τους κατοίκους και συνεργάτες των καπεταναίων για την πιο αποτελεσματική ένοπλη δράση.
Τον Αύγουστο του 1904 αποχαιρέτησε την οικογένειά του και ήλθε ένοπλος επικεφαλής σώματος ανταρτών. Με πολλές δυσκολίες και πολλούς και συνεχείς κινδύνους, έφθασε τον Σεπτέμβριο στο Κωσταράζι Καστοριάς, συναντήθηκε με τοπικούς οπλαρχηγούς και προχώρησε στα ενδότερα της Δ. Μακεδονίας. Στις 13 Οκτωβρίου 1904 κατέφθασαν στο χωριό Στάτιστα, όπου έμειναν για να ξεκουρασθούν. Στην περιοχή όμως υπήρχε τουρκικό απόσπασμα το οποίο ενημερώθηκε από τον βουλγαροκομιτατζή Μήτρο Βλάχο για την άφιξη του ελληνικού σώματος ανταρτών. Έγινε συμπλοκή. Ο Ήρωας χτυθήθηκε από τούρκικο βόλι, πόνεσε, υπέφερε, μίλησε και άφησε εκεί την τελευταία του πνοή.
Ο θάνατος του Παύλου Μελά συγκίνησε το πανελλήνιο. Οι οπλαρχηγοί του Μακεδονικού Αγώνα πείσμωσαν περισσότερο. Για πέντε ολόκληρα καλοκαίρια κυρίως, αλλά και τους χειμώνες, κτυπούσαν αλύπητα τους βουλγαροκομιτατζήδες και τους εξαρχικούς και σε αυτή τη σύγκρουση επέδειξαν πραγματική υπεροχή. Οι Μακεδόνες, επώνυμοι και ανώνυμοι, βοηθούσαν με κάθε τρόπο. Με εφόδια, τροφή, πληροφορίες, κρυψώνες και συμπαράσταση κάθε είδους, συνετέλεσαν τα μέγιστα στην έκβαση του αγώνα.
Ο αγώνας είχε θεριέψει. Συγκρούσεις, ενέδρες, απώλειες μαχητών, χαρές και λύπες. Αποκατάσταση αδικιών και προστασία του ελληνικού πληθυσμού, ήταν το καθημερινό έργο των ελληνικών ανταρτικών σωμάτων.
Όσον αφορά την περιοχή μας, τη Φλώρινα και τα χωριά, σε αυτά λοιπόν τα μέρη διεξήχθη ένα μεγάλο κομμάτι του Μακεδονικού Αγώνα. Παρ’ όλο που στην αρχή οι βουλγαρικές συμμορίες είχαν προηγηθεί χρονικά, η κατάσταση ανατράπηκε με την έναρξη του ένοπλου αγώνα και συνέχεια, έτσι ώστε οι εκκλησίες μας να λειτουργούν κανονικά πιστές στο Οικουμενικό μας Πατριαρχείο. Τα χωριά, Ζέλοβο (Ανταρτικό), Ρούλια, Πισοδέρι, Τρίβουνο, Γάβρος, Ψαράδες, Αγ. Γερμανός, Ράκοβο (Κρατερό), Πρώτη, Κλαδοράχη, Ιτιά, Παπαγιάννης, Βεύη, Κέλλη, Φλάμπουρο, Πολυπόταμος, Σκοπιά, Δροσοπηγή, Νυμφαίο, Λέχοβο, Ασπρόγεια, Αμύνταιο , πρωταγωνίστησαν στον Αγώνα της περιοχής. Αλλά και τα άλλα χωριά συνέδραμαν με πολλούς τρόπους. Αναδείχθηκαν ήρωες γηγενείς Μακεδονομάχοι. Γνωστοί – επώνυμοι, λιγότερο γνωστοί και πολλοί, πολλοί άγνωστοι – ανώνυμοι. Στην προσφορά και τη μέριμνα αυτών των αγνώστων στηρίχθηκε ο αγώνας. Οδηγοί στις διαβάσεις και τα μονοπάτια, αγγελιαφόροι, σύνδεσμοι μεταξύ των σωμάτων, πράκτορες, επισιτιστές, αυτοδίδακτοι νοσηλευτές, φύλακες στις κρυψώνες κ.λ.π.
Με τέτοιους υπερανθρώπους, η Μακεδονία μας δεν θα χανόταν. Όντως το καλοκαίρι του 1908 οι βουλγαροκομιτατζήδες αντιμετώπιζαν ολοκληρωτική ήττα. Σώθηκαν με την επανάσταση των νεοτούρκων τον Ιούλιο του 1908 όταν δόθηκε γενική αμνηστία και επιβλήθηκε ανακωχή στον χώρο της Μακεδονίας. Ο ένοπλος αγώνας σταμάτησε. Η Μακεδονία μας, στη φάση αυτή είχε σωθεί. Η πλήρης απελευθέρωση ήλθε με τους βαλκανικούς πολέμους του 1912 -1913.
Δεν αναφέρομαι σε ονοματολογία των Μακεδονομάχων, διότι είναι πάρα πολλοί. Σε πρόσφατη σχετική έκδοση της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών διαλαμβάνονται Μακεδονομάχοι μόνο στο νομό Φλώρινας 850, και αναδεικνύονται και άλλοι.
Τιμή και δόξα στους Μακεδονομάχους! Επώνυμους και ανώνυμους. Στους τοπικούς Μακεδονομάχους, επώνυμους και ανώνυμους. Στους Μακεδονομάχους που ήλθαν από την υπόλοιπη Ελλάδα μας, επώνυμους και ανώνυμους.
Τους ευγνωμονούμε όλους!
Ας είναι η Μνήμη τους αιώνια!
Είτε πεσόντες στα πεδία των μαχών, είτε φυσιολογικά κοιμηθέντες!
Σας ευχαριστούμε!»_
Η ημέρα ξεκίνησε με δοξολογία στον Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Παντελεήμονος Φλώρινας και ακολούθησε επιμνημόσυνη δέηση και κατάθεση στεφάνων στο Μνημείο της Πλατείας Γ. Μόδη.
Η τελετή έκλεισε με ομιλία από τον κ. Λάζαρο Μοστάκη, δικηγόρο συνταξιούχο, μέλος του Συλλόγου Μακεδονομάχων Φλώρινας. Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:
«Γιορτάζουμε σήμερα και τιμούμε την ημέρα του Μακεδονικού Αγώνα σύμφωνα με το επίσημο πρόγραμμα, που περιλαμβάνει και σχετική ομιλία. Δεν είναι δυνατόν βέβαια η ομιλία να είναι μακροσκελής και με λεπτομέρειες, αλλά θα είναι περιληπτική και περιορισμένη, λόγω των συνθηκών και του περιορισμένου χρόνου. Γι’ αυτό λοιπόν θα παρακαλέσω να μου συγχωρεθούν τυχόν ατέλειες και αναπόφευκτες παραλείψεις.
Ο ένοπλος Μακεδονικός Αγώνας έγινε στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα και συγκεκριμένα διήρκησε πέντε χρόνια περίπου, δηλαδή από το 1930 μέχρι το 1908.
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία που κράτησε για πέντε περίπου αιώνες στα Βαλκάνια, είχε περιέλθει σε παρακμή και άρχισε να καταρρέει. Ήταν ο «μεγάλος ασθενής», όπως λέγουν οι ιστορικοί. Εν όψει λοιπόν της αποχώρησης των Τούρκων από τη Βαλκανική, η Μακεδονία μας που ιστορικά, εθνολογικά και δικαιωματικά ανήκε στην Ελλάδα μας, έγινε εντούτοις στόχος της τότε Βουλγαρίας και διεκδικήθηκε για πολλά χρόνια έντονα, σκληρά και με κάθε τρόπο και μέσον.
Οι τότε Βούλγαροι, που κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας τουρκοκρατίας, είχαν περιέλθει σε εθνική ατονία και σχεδόν ανυπαρξία, υποκινήθηκαν συστηματικά, υποδαυλίστηκαν και στηρίχθηκαν ασταμάτητα από την τότε πανίσχυρη τσαρική Ρωσία, για να αφυπνισθούν και να διεκδικήσουν τη Μακεδονία, αφού θα την εγκατέλειπαν οι Τούρκοι, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τις ζεστές θάλασσες του Αιγαίου, της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Έτσι, στα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας, άρχισε από μέρους των Βουλγάρων μία επίμονη προσπάθεια εκβουλγαρισμού της Μακεδονίας, με διώξεις, απειλές, πιέσεις, βιαιοπραγίες και δολοφονίες του ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας, ώστε, όταν θα ερχόταν η ώρα της διανομής των εδαφών στα τραπέζια της διπλωματίας, να μπορούν να πείσουν και να επιτύχουν την προσάρτηση της Μακεδονίας.
Η περίοδος αυτή ήταν μακροχρόνια και πολύ πριν το 1870, όταν οι ανυποψίαστοι Χριστιανοί κάτοικοι διψώντας για ελευθερία και αποτίναξη του τούρκικού ζυγού, θα ήσαν εύκολα θύματα της βουλγαρικής προπαγάνδας. Τα πράγματα χειροτέρεψαν για τους Έλληνες χριστιανούς ορθόδοξους μακεδόνες, ακόμη περισσότερο, από το 1870 και προς τα εδώ, διότι το 1870 με σχετικό φιρμάνι του Σουλτάνου, και κατόπιν πιέσεως της Ρωσίας, ιδρύθηκε επίσημα αυτοκέφαλη εκκλησία της Βουλγαρίας, η οποία αποσχίσθηκε από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως, και ορίσθηκε Έξαρχος επικεφαλής της βουλγαρικής εκκλησίας.
Από τότε εντάχθηκαν οι διώξεις και οι πιέσεις των ελληνικών πληθυσμών των χωριών και των πόλεων, από τους πάνοπλους βουλγαροκομιτατζήδες για να πείθουν τους κατοίκους να ενταχθούν στη βουλγαρική εκκλησία. Η παραπαίουσα τουρκική εξουσία δεν μπορούσε ή δεν ήθελε να επιβάλλει την τάξη για να προστατευθούν έτσι οι ελληνικοί πληθυσμοί, και εφόσον άλλωστε δεν την ενδιέφερε που σκοτώνονταν μεταξύ τους οι ραγιάδες χριστιανοί. Μόνον όταν θιγόταν δικά τους συμφέροντα επενέβαιναν και μάλιστα βιαίως κατά Βουλγάρων και Ελλήνων. Τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα και οι ελληνικοί πληθυσμοί υπέφεραν. Δεν ήξερες από ποιον να προφυλαχθείς και πώς να προφυλαχθείς. Η ίδια κατάσταση παντού σε όλη τη Μακεδονία.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων οι Μακεδόνες και οι λοιποί Έλληνες δεν έμειναν άπραγοι. Άρχισαν να συγκεντρώνονται, να οργανώνονται και να δραστηριοποιούνται. Αναδείχθηκαν τοπικοί παράγοντες και καπεταναίοι. Ιδρύονταν στην πόλη του Μοναστηρίου και των περιχώρων Επιτροπές Άμυνας για αντιμετώπιση της ασταμάτητης βουλγαρικής προπαγάνδας. Ακόμη και με σκληρά αντίποινα, φόνους κ.λ.π. Η εκκλησία μας άρχισε να αναθαρρεύει, διότι μέχρι τότε οι ιερείς και οι ψάλτες στα χωριά μας υφίσταντο τα πάνδεινα. Βιαιότητες, τραυματισμοί, δολοφονίες. Ήταν ο πρώτος στόχος των βουλγαροκομιτατζήδων. Οι Μακεδονικές Οργανώσεις και Σύλλογοι της Αθήνας κινητοποιήθηκαν. Με ιδιωτική πρωτοβουλία κυρίως, άρχισαν να ιδρύονται ελληνικά σχολεία στις πόλεις και τα χωριά μας.
Πρωτεργάτες, πρόδρομοι και μορφές του Μακεδονικού Αγώνα, και της ελληνικής ιστορίας, ο Στέφανος Δραγούμης από το Βογατσικό Καστοριάς, πεθερός του Παύλου Μελά, ο γιός του Ίων Δραγούμης, διπλωμάτης στο Προξενείο Μοναστηρίου, ο Λάμπρος Κορομηλάς, Γενικός Πρόξενος στη Θεσσαλονίκη και άλλοι πολλοί που τα ονόματά τους δοξάζονται μέσα από τις χρυσές σελίδες της ιστορίας. Η περίεργη, η δύσκολη και μαρτυρική αυτή περίοδος γύρω από τα 1870, μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ένας ακήρυχτος μακροχρόνιος Προ-Μακεδονικός Αγώνας.
Επικεντρωνόμαστε στη περιοχή μας, τη Δυτική Μακεδονία, που υπήρξε το μεγαλύτερο θέατρο του Μακεδονικού Αγώνα. Τα γεγονότα και τα δρώμενα οδηγούσαν προς την ένοπλη σύγκρουση. Ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης, φλογερός πατριώτης, είχε αντιληφθεί από το 1900 τον κίνδυνο. Σε συνεργασία με τους τοπικούς καπεταναίους περιοχής Φλώρινας και Καστοριάς, όπως τον καπετάν Κώτα από το χωριό Ρούλια που δρούσε ανεξάρτητος στην αρχή στην περιοχή Κορεστίων, τον καπετάν Βαγγέλη από τα Ασπρόγεια, τον Γκούλε από το Τρίβουνο, τον Γιώργη από το Φλάμπουρο και με άλλους γηγενείς μακεδόνες είχε οργανώσει την περιοχή για να υποδεχθεί τους καπεταναίους από τη νότια Ελλάδα.
Οι Βούλγαροι τον Ιούλιο του 1903 προκάλεσαν μία πρόσκαιρη, ολίγων ημερών αποτυχημένη αναταραχή, την οποία θέλησαν να παρουσιάσουν ως επανάσταση κατά των Τούρκων. Αντιπετωπίσθησαν και συνετρίβησαν από τον τουρκικό στρατό. Δυστυχώς όμως την πλήρωσαν ακριβά και οι Έλληνες μακεδόνες του Κρουσόβου, του Μοναστηρίου και περιχώρων.
Ο Παύλος Μελάς ήρθε τρείς φορές στην τρομοκρατούμενη Δ. Μακεδονία. Τον Φεβρουάριο του 1904 και τον Ιούλιο του 1904 ήλθε για να συναντήσει τοπικούς καπεταναίους, επώνυμους και ανώνυμους, να συνεργασθεί, να οργανώσει καλύτερα τον αγώνα, να εμψυχώσει τους κατοίκους και συνεργάτες των καπεταναίων για την πιο αποτελεσματική ένοπλη δράση.
Τον Αύγουστο του 1904 αποχαιρέτησε την οικογένειά του και ήλθε ένοπλος επικεφαλής σώματος ανταρτών. Με πολλές δυσκολίες και πολλούς και συνεχείς κινδύνους, έφθασε τον Σεπτέμβριο στο Κωσταράζι Καστοριάς, συναντήθηκε με τοπικούς οπλαρχηγούς και προχώρησε στα ενδότερα της Δ. Μακεδονίας. Στις 13 Οκτωβρίου 1904 κατέφθασαν στο χωριό Στάτιστα, όπου έμειναν για να ξεκουρασθούν. Στην περιοχή όμως υπήρχε τουρκικό απόσπασμα το οποίο ενημερώθηκε από τον βουλγαροκομιτατζή Μήτρο Βλάχο για την άφιξη του ελληνικού σώματος ανταρτών. Έγινε συμπλοκή. Ο Ήρωας χτυθήθηκε από τούρκικο βόλι, πόνεσε, υπέφερε, μίλησε και άφησε εκεί την τελευταία του πνοή.
Ο θάνατος του Παύλου Μελά συγκίνησε το πανελλήνιο. Οι οπλαρχηγοί του Μακεδονικού Αγώνα πείσμωσαν περισσότερο. Για πέντε ολόκληρα καλοκαίρια κυρίως, αλλά και τους χειμώνες, κτυπούσαν αλύπητα τους βουλγαροκομιτατζήδες και τους εξαρχικούς και σε αυτή τη σύγκρουση επέδειξαν πραγματική υπεροχή. Οι Μακεδόνες, επώνυμοι και ανώνυμοι, βοηθούσαν με κάθε τρόπο. Με εφόδια, τροφή, πληροφορίες, κρυψώνες και συμπαράσταση κάθε είδους, συνετέλεσαν τα μέγιστα στην έκβαση του αγώνα.
Ο αγώνας είχε θεριέψει. Συγκρούσεις, ενέδρες, απώλειες μαχητών, χαρές και λύπες. Αποκατάσταση αδικιών και προστασία του ελληνικού πληθυσμού, ήταν το καθημερινό έργο των ελληνικών ανταρτικών σωμάτων.
Όσον αφορά την περιοχή μας, τη Φλώρινα και τα χωριά, σε αυτά λοιπόν τα μέρη διεξήχθη ένα μεγάλο κομμάτι του Μακεδονικού Αγώνα. Παρ’ όλο που στην αρχή οι βουλγαρικές συμμορίες είχαν προηγηθεί χρονικά, η κατάσταση ανατράπηκε με την έναρξη του ένοπλου αγώνα και συνέχεια, έτσι ώστε οι εκκλησίες μας να λειτουργούν κανονικά πιστές στο Οικουμενικό μας Πατριαρχείο. Τα χωριά, Ζέλοβο (Ανταρτικό), Ρούλια, Πισοδέρι, Τρίβουνο, Γάβρος, Ψαράδες, Αγ. Γερμανός, Ράκοβο (Κρατερό), Πρώτη, Κλαδοράχη, Ιτιά, Παπαγιάννης, Βεύη, Κέλλη, Φλάμπουρο, Πολυπόταμος, Σκοπιά, Δροσοπηγή, Νυμφαίο, Λέχοβο, Ασπρόγεια, Αμύνταιο , πρωταγωνίστησαν στον Αγώνα της περιοχής. Αλλά και τα άλλα χωριά συνέδραμαν με πολλούς τρόπους. Αναδείχθηκαν ήρωες γηγενείς Μακεδονομάχοι. Γνωστοί – επώνυμοι, λιγότερο γνωστοί και πολλοί, πολλοί άγνωστοι – ανώνυμοι. Στην προσφορά και τη μέριμνα αυτών των αγνώστων στηρίχθηκε ο αγώνας. Οδηγοί στις διαβάσεις και τα μονοπάτια, αγγελιαφόροι, σύνδεσμοι μεταξύ των σωμάτων, πράκτορες, επισιτιστές, αυτοδίδακτοι νοσηλευτές, φύλακες στις κρυψώνες κ.λ.π.
Με τέτοιους υπερανθρώπους, η Μακεδονία μας δεν θα χανόταν. Όντως το καλοκαίρι του 1908 οι βουλγαροκομιτατζήδες αντιμετώπιζαν ολοκληρωτική ήττα. Σώθηκαν με την επανάσταση των νεοτούρκων τον Ιούλιο του 1908 όταν δόθηκε γενική αμνηστία και επιβλήθηκε ανακωχή στον χώρο της Μακεδονίας. Ο ένοπλος αγώνας σταμάτησε. Η Μακεδονία μας, στη φάση αυτή είχε σωθεί. Η πλήρης απελευθέρωση ήλθε με τους βαλκανικούς πολέμους του 1912 -1913.
Δεν αναφέρομαι σε ονοματολογία των Μακεδονομάχων, διότι είναι πάρα πολλοί. Σε πρόσφατη σχετική έκδοση της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών διαλαμβάνονται Μακεδονομάχοι μόνο στο νομό Φλώρινας 850, και αναδεικνύονται και άλλοι.
Τιμή και δόξα στους Μακεδονομάχους! Επώνυμους και ανώνυμους. Στους τοπικούς Μακεδονομάχους, επώνυμους και ανώνυμους. Στους Μακεδονομάχους που ήλθαν από την υπόλοιπη Ελλάδα μας, επώνυμους και ανώνυμους.
Τους ευγνωμονούμε όλους!
Ας είναι η Μνήμη τους αιώνια!
Είτε πεσόντες στα πεδία των μαχών, είτε φυσιολογικά κοιμηθέντες!
Σας ευχαριστούμε!»_
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου