Σάββατο 21 Μαΐου 2016

Φυσιολογικό και Ανώμαλο

Το φυσικό περιβάλλον αποτελεί ένα περίπλοκο σύστημα το οποίο ο άνθρωπος παρατηρεί και προσεγγίζει είτε με επιστημονικό, είτε με εμπειρικό τρόπο. Οποιαδήποτε μέθοδος, όμως, χρησιμοποιείται είναι απαραίτητο να εντοπιστεί και να οριοθετηθεί η κατάσταση του "φυσιολογικού", δηλαδή, η συνήθης
και λειτουργία που προκύπτει από την αβίαστη και ομαλή εξέλιξη των φυσικών φαινομένων. Ιδιαίτερα στις περιπτώσεις της λειτουργίας του ανθρώπινου οργανισμού και της ανθρώπινης κοινωνίας καθίσταται αναπόφευκτος ο ορισμός ενός εύρους τιμών κριτηρίων, το οποίο να διακρίνει μονοσήμαντα αν αυτή είναι φυσιολογική και αποδεκτή, εφόσον αυτά πληρούνται, ή, σε αντίθετη περίπτωση, μη φυσιολογική και ανώμαλη. Επειδή, όμως, το "φυσιολογικό" ορίζεται πάντα συμβατικά και αυθαίρετα, αφού δεν υπάρχουν γενικά αποδεκτά, αντικειμενικά και ασφαλή κριτήρια της πραγματικής λειτουργίας ενός συστήματος, η οποία είναι άγνωστη, στην παγκόσμια βιβλιογραφία χρησιμοποιούνται οι πιο δόκιμοι όροι "κανονικό" (normal) και όρια αναφοράς (reference range).

Ο ορισμός της φυσιολογικής κατάστασης ενός συστήματος είναι δύσκολος και έχουν χρησιμοποιηθεί διάφορες μέθοδοι για την αναζήτησή της, χωρίς, όμως, να εξαλειφθούν τα μειονεκτήματα κάθε μιας. Στην περίπτωση των επιστημών υγείας εφαρμόζεται συνήθως η στατιστική ανάλυση ενός τυχαίου δείγματος πληθυσμού, το οποίο θεωρείται υγειές και αντιπροσωπευτικό του συνόλου, και με βάση τις τιμές αυτού καθορίζονται συγκεκριμένα εκατοστιαία όρια, εντός των οποίων θεωρείται ότι εμπίπτει το φυσιολογικό. Για παράδειγμα, για τον ορισμό των φυσιολογικών τιμών σε μια βιολογική παράμετρο (πχ. τον αιματοκρίτη), αυτή μετράται σε μεγάλο αριθμό τυχαίων ατόμων (πχ. 1000) και εντοπίζονται οι πρώτες ανώτερες και οι τελευταίες κατώτερες τιμές (πχ. 10 από κάθε πλευρά), οι οποίες λαμβάνονται αυθαίρετα ως παθολογικές, ενώ οι υπόλοιπες ενδιάμεσες ως φυσιολογικές. Ωστόσο, η μέθοδος αυτή, η οποία περιλαμβάνει και πιο πολύπλοκες μαθηματικές μεθόδους, διατρέχει πάντα τον κίνδυνο των δύο ειδών στατιστικού σφάλματος, δηλαδή, μια συγκεκριμένη τιμή να εκτιμηθεί είτε ως φυσιολογική είτε ως παθολογική ενώ δεν είναι τέτοια. Το πρόβλημα επιτείνεται από την πιθανότητα το αρχικό ληφθέν δείγμα να μην είναι αντιπροσωπευτικό του συνόλου. Για παράδειγμα, οι φυσιολογικές τιμές του αιματοκρίτη που υπολογίστηκαν από υγιείς ενήλικες μπορεί να μην είναι χρήσιμες σε όσους είναι έγκλειστοι σε φυλακή, διαβιώνουν σε μεγάλο υψόμετρο ή βρίσκονται σε άλλη ιδιάζουσα κατάσταση.

Από την άλλη πλευρά, στην περίπτωση των κοινωνικών επιστημών οι πιθανές καταστάσεις παρουσιάζουν πολύ πιο ευρεία διακύμανση ανάλογα με το ιστορικό και πολιτιστικό πλαίσιο και ο ορισμός ενός πρακτικά χρήσιμου "κοινωνικού φυσιολογικού" καθίσταται δύσκολος και σχεδόν αδύνατος. Για παράδειγμα, δεν μπορεί να δοθεί μια καθολική απάντηση σε ερωτήματα, όπως η ιδανική θέση της γυναίκας, ο ενδεικνυόμενος λαϊκός πολιτισμός και η πρέπουσα πολιτική και κοινωνική συμπεριφορά, καθώς αυτά τροποποιούνται ισχυρά σε τόπο και χρόνο, ακόμα και στο ίδιο το άτομο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, συνήθως εφαρμόζεται ο γενικός κανόνας ότι οποιοδήποτε φαινόμενο διαταράσσει την ομαλή λειτουργία του συστήματος είτε άμεσα και βραχυπρόθεσμα είτε έμμεσα και μακροπρόθεσμα, τότε είναι μη φυσιολογικό. Ωστόσο, η έννοια της "ομαλής λειτουργίας" είναι σχετική και προβληματική. Σε πολιτιστικά ακμάζουσες κοινωνίες, όπως στην Κλασική Αρχαία Ελλάδα, ο "φυσιολογικός" άνθρωπος ήταν ο κοινωνικά μορφωμένος, ο πολιτικά δραστήριος και ο "καλός καγαθός", ιδεώδη που σήμερα όχι μόνο δε θεωρούνται επιθυμητά αλλά αποτελούν αντιπρότυπα. Με βάση, όμως, τα κριτήρια μιας τέτοιας κοινωνίας, ο τυπικός σημερινός άνθρωπος θεωρείται μη φυσιολογικός και ανώμαλος.
Βαγγέλης Τσούκας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου