Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2012

"Μεγάλυνον ψυχή μου..."



Γράφει η Φοίβη
Μα κι αν από τον εαυτό του καθένας προσπαθεί
να βγεί, σαν απο ειρκτή, που τη μισεί και τη φυλάσσει, 
είναι ένα μέγα θαύμα σε τούτη δω την πλάση:
το αισθάνομαι: βιώνεται όλη η ζωή.


Ποιός να τη ζει, λοιπόν? Τα πράγματα όλ’αυτά,
που, ως άπαιχτη μελωδία, κατά το βράδυ,
σάμπως σε μια άρπα, στέκουν στο σκοτάδι?
Οι  άνεμοι αυτοί, που πνέουν απ’τα νερά,
τα κλαδιά, τάχα, που σημάδια δίνουν,
τα λουλούδια, που αρώματα αναδίνουν,
οι αλλέες οι μακρές, που όλο γερνάνε?
Τα ζεστά ζώα, που περπαταν και περπατάνε,
τα πουλιά, που πετάνε, ξένα, εκεί?

Ποιός να τη ζεί, λοιπόν? Την ζεις, Θεέ, συ?
Rainer Maria Rilke

Απαιτείται ευρεία αντίληψη για να αναγνωρίσει κανείς ότι ενα κομμάτι ουρανου κι’ένα κομμάτι γης είναι κλεισμένα στην καρδιά του κάθε ανθρώπινου όντος και αν πρόκειται να ασχοληθούμε με τη φροντίδα τούτης της καρδιάς πρέπει να γνωρίσουμε τον ουρανό και τη γη τόσο όσο και την ανθρώπινη συμπεριφορά.
Ο Rainer Maria Rilke ήταν ο ποιητής της φιλοσοφίας του καθαγιασμού της καθημερινής πραγματικότητας, του ορατού σε αόρατο. Στο περίφημο γράμμα του, το 1925, γράφει: « Καθήκον μας είναι να εντυπώσουμε αυτή την προσωρινή, φθαρτή γη τόσο βαθειά, με τόσο πόνο και πάθος, που η ύπαρξή της να ξαναγεννηθεί «αόρατη» μέσα μας.
«Μεγάλυνον ψυχή μου...» Τα λόγια αυτά αποκαλύπτουν μιά βαθειά και πανέμορφη αλήθεια γιά τον εορτασμό και την ανθρώπινη φύση. Ανέκαθεν βάση του εορτασμού υπήρξε η χαρά γιά κάποια πνευματική αλήθεια γιά κάποια μυστική πραγματικότητα που υπό κανονικές συνθήκες βρίσκεται κρυμμένο κάτω από το θόρυβο και τις μέριμνες της καθημερινότητας. Είναι τότε που το θαύμα του μυστηρίου γεμίζει την ψυχή με χαρά. Είναι όπως ένας άνθρωπος που προχωρεί στη ζωή, σχεδόν πάντοτε, με το κεφάλι σκυμμένο. Βιαστικός, τρέχοντας πάνω – κάτω, έχει τα μάτια του προσηλωμένα κάτω. Είναι πάντοτε απασχολημένος και η ζωή του στραγγαλίζεται ανάμεσα σε ατέλειωτους καταλόγους πραγμάτων που πρέπει να κάνει. Κάποια στιγμή όμως, στη μέση αυτής της άδειας μηχανικής ζωής και της ξέφρενης δραστηριότητας, απροσδόκητα σηκώνει το κεφάλι ψηλά. Ξαφνικά βλέπει το άπειρο βαθυγάλαζο του ουρανού, βλέπει το φως του ήλιου γύρω, βλέπει τα μεγαλοπρεπή άσπρα σύννεφα και νοιώθει πως ο κόσμος έχει ένα είδος γιορτής, στην οποία αυτός δεν έχει χρόνο να συμμετάσχει. Παρ’ολο που νοιώθει πως ο εοτασμός αυτός είναι διαφορετικός από την κανονική του ζωή, ωστόσο αισθάνεται πως η λαμπρότητα αυτού του εορτασμού και όλη η χαρά είναι γι’αυτόν.
Στο πλαίσιο της γιοτής, η δουλειά παύει να είναι ένα ζοφερό μαγγάνι, μιά πάλη γιά την επιβίωση, μιά ατέλειωτη αλυσίδα ημερών και νυκτών. Αντίθετα δίνεται νόημα στην εργασία και τη ζωή ολόκληρη.  

3 σχόλια:

  1. Ερωτας λοιπόν, με την ευρεία έννοια;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ωπα ρε φίλε, πως το εννοείς δηλαδή;
      Το..μεγάλυνον σου κίνησε τον ΄΄οίστρο΄΄ ;

      Διαγραφή
  2. "Μπόρα είναι, θα περάσει", με λίγα λόγια.

    Praetorian.

    ΑπάντησηΔιαγραφή