Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012

Xρονογράφημα: Οι φωτιές της Φλώρινας 1980-1990


Γράφει ο  Λάζος ο βουνίσιος
Το παραδοσιακό άναμμα των φωτιών αποτελεί το σημαντικότερο έθιμο της Φλώρινας που σηματοδοτεί τον ερχομό των Χριστουγέννων στην ακριτική μας περιοχή.
Στα αρχαιότερα χρόνια συνέπιπτε με το χειμερινό εορτασμό του Απόλλωνα όπου με ανάλογες εκδηλώσεις οι αρχαίοι έλληνες πρόγονοι μας υποδέχονταν το φώς. Να σημειώσουμε ότι από την 20η Δεκεμβρίου 

αυξάνονται οι ώρες της ημέρας και μειώνονται οι ώρες της νύχτας. Με τον ερχομό του Χριστιανισμού το έθιμο συνδέθηκε με τις φωτιές που άναβαν κάτι βοσκοί γύρω από την φάτνη όπου εγεννήθη ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Κάπως έτσι το έθιμο αυτό διατηρήθηκε ανα τους αιώνες από τους Φλωρινιώτες από αρχαιοτάτων χρόνων αν και κατηγορήθηκε από τον αείμνηστο επίσκοπο Φλωρίνης Αυγουστίνο Καντιώτη ως ειδωλολατρικό όπως και μας απέτρεπε στα κατηχητικά να συμμετέχουμε στο άναμμα των φωτιών.
Σε μικρή ηλικία μαζευόμασταν ανα γειτονιά και διοργανώναμε εξορμήσεις στα πέριξ βουνά για να μαζέψουμε καύσιμη ύλη κυρίως κορμούς δένδρων ή πουρνάρια θάμνων οι γνωστές στην καθομιλουμένη τοπική διάλεκτο «ζμπρέγκες». Στήν καύσιμη ύλη συμπεριλαμβάνονταν μέχρι και καυσόξυλα που μαζεύαμε από αυλές σπιτιών της γειτονιάς μας. Μέχρι που απαγορεύθηκε δια νόμου μαζεύαμε και  ελαστικά φορτηγών. Λεωφορείων, τρακτέρ ή ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτων από τα βουλκανιζατέρ της πόλης. Τα πουρνάρια ανεβαίναμε στα βουνά και τα κόβαμε με τσεκούρια ή πριόνια, τα δέναμε στην πλάτη και ανα ομάδες κατηφορίζαμε από τα μονοπάτια των πέριξ συνήθως χιονισμένων μας βουνών. Όλα αυτά τα συγκεντρώναμε από τα τέλη Νοεμβρίου μέχρι την παραμονή του ανάμματος  της φωτιάς σε αποθήκες ή σε εγκαταλελειμμένα σπίτια της γειτονιάς μας.
Τις νύχτες χωριζόμασταν σε δύο ομάδες. Την ομάδα περιφρούρησης της αποθήκης και την ομάδα νυχτερινής εφόδου σε σπίτια, σε αποθήκες η βουλκανιζατέρ. Κάναμε επίσης επιδρομές σε αποθήκες γειτονιών που άναβαν κι αυτοί φωτιά. Συνήθως  μαζεύαμε δοκάρια σανίδες μαδέρια ακόμη και καυσόξυλα ή ελαστικά ή ότι άλλο ξύλινο ή εύφλεκτο βρίσκαμε στις αυλές των σπιτιών. Λειτουργούσαμε σαν τους..αρχαίους Σπαρτιάτες υπο ένα σύστημα «κρυπτίας» στις νυχτερινές επιδρομές μας χωρίς να μας αντιλαμβάνονται οι νοικοκύρηδες, τα παιδιά άλλων γειτονιών ακόμη και η αστυνομία πόλης- χωροφυλακής- διότι θεωρούταν και θεωρείται ληστεία σύμφωνα με το κοινό ποινικό κώδικα. Πέραν του διωγμού του εθίμου  από την εκκλησία ως ειδωλολατρικό έθιμο, πάντα είχαμε τον φόβο μην μας συλλάβουν. Είχαμε βιώσει  την εποχή εκείνη κωμικοτραγικές περιπέτειες. Μάλιστα θυμάμαι αστυνομικούς που «μας έβγαζαν φωτογραφία με τα κλοπιμαία ανα χείρας» από την απέναντι όχθη του ποταμού στο ύψος της πλατείας σχολείων. Πετούσαμε ρόδες, ξύλα στο ποτάμι για να μην προλάβουν να μας συλλάβουν επ  αυτοφόρω. Από τον τρόμο και πανικό πηδούσαμε φράχτες μονοκατοικιών, γκρεμοτσακιζόμασταν στην κυριολεξία. Σε μία νυχτερινή επιδρομή στην αποθήκη του σπιτιού του «Βασίλη του αρχηγού» της γειτονιάς  επι της οδού Πέλλης μόλις μας αντιλήφτηκε μας κυνηγούσε στην μισή πόλη με τσεκούρι ανα χείρας. Ένας άλλος στην πλατεία Χρυσοστόμου Σμύρνης μας κυνήγησε με ένα ..σπαθί ξιφομαχίας! Έναν της γειτονιάς μου τον συνέλαβε ιδιοκτήτης φορτηγού γεμάτου μεταχειρισμένα ελαστικά φορτηγών και τον..έδεσε σε κορμό δένδρου με τριχιά μέχρι να έρθει το περιπολικό της αστυνομίας πόλεως. Αξέχαστα χρόνια και εμπειρίες ζήσαμε στο Βαρόσι και στο Γιάζι όπου δεμένοι σαν μουλάρια κατηφορίζαμε από το Ούσπουρνάρ (Εις πουρνάρι) δυτική προέκταση της κορυφής του λόφου Αγίου Παντελεήμονα, όπου σέρναμε στην μικρή μας πλάτη κορμούς πεύκων και βελανιδιών ακόμη και οικοδομικά δοκάρια (γραντζιές) που βρίσκαμε σε γιαπιά οικοδομών ή παλιών σπιτιών περπατώντας σε μισό μέτρο χιόνι ή σαράντα εκατοστά πάγου στο έδαφος. Αψηφούσαμε το κρύο και τα χιόνια.
Κάπου στην γειτονιά στήναμε ένα πρόχειρο παράπηγμα κάτι μεταξύ σκοπιάς-φυλακίου ή ξύλινης παράγκας. Ανάβαμε να ζεσταθούμε μία μικρή φωτιά και σαν πολύ ζωηρά Γυμνασιο-Λυκειόπαιδα της εποχής ανάβαμε το πρώτο μας «μάλμπουρο» ή «άσσος φίλτρο πλακέ» μακριά από τα απαγορευτικά βλέμματα των μεγαλυτέρων που ήταν ταμπουρωμένοι στα καφενεία της εποχής. Το ξενύχτι της σκοπιάς (κυρίως Σαββατο-Κύριακα) συνεχιζόταν μέχρι τις πρώτες πρωϊνές ώρες μετά τα μεσάνυχτα. Τήν επομένη το πρωί (αν ξυπνάγαμε) πατούσαμε το πόδι στο σχολείο κατά την διάρκεια της δεύτερης ώρας του μαθήματος κατόπιν έντονης κατσάδας στο σπίτι απουσία στην σχολική τάξη.
Παραμονή του ανάμματος στήναμε την φωτιά με τελετουργική διαδικασία. Στο κέντρο σκάβαμε μία μεγάλη τρύπα όπου στερεώναμε τον μεγαλύτερο και χονδρότερο κορμό δένδρου ενώ γύρω από αυτόν τοποθετούσαμε ξύλα, ελαστικά αυτοκινήτων, σανίδα πουρνάρια κλπ. Περιμετρικά σαν σε κύκλο τοποθετούσαμε του μικρότερους κορμούς, δοκάρια και τα ακουμπούσαμε στον κεντρικό κορμό. Από μακριά φάνταζε υπέροχα σαν ..ινδιάνικη καλύβα ύψους 7 με 10 μέτρα. Κάπου στην ευρύτερη περίμετρο κατασκευάζαμε μία πρόχειρη παράγκα από δοκάρια ενδεδυμένα με νάιλον, μουσαμάδες ή λινάτσες τσουβαλιών και ένα τραπέζι με φιάλες κρασιού για την υποδοχή των επισκεπτών.
Τα μεσάνυχτα της 23ης με 24ης Δεκεμβρίου αφού είχε συγκεντρωθεί πλήθος κόσμου εμείς με τενεκέδες πετρελαίου ή μαζούτ ανα χείρας λούζαμε τα ξύλα και ο αρχηγός με ένα παλούκι στην άκρη του οποίου υπήρχε ένα αναμμένο στουπί άναβε την φωτιά. Σύννεφο καπνού στην αρχή και ένα ξέσπασμα φωτιάς άστραφτε στο νυχτερινό ουρανό όπου μύριζε καμένα πουρνάρια ξύλα και ελαστικά αυτοκινήτων ο τόπος. Μέχρι να χαμηλώσει η φωτιά πίναμε κανα ποτηράκι κρασί, τραγουδάγαμε, ακούγαμε ροκ μουσική από φορητά ραδιοκασσετόφωνα ή ράδιο από τρανζιστοράκια που φέρναμε από το σπίτι. Όταν η ώρα πλησίαζε 2 μετά τα μεσάνυχτα στριφογυρνούσαμε στις άλλες γειτονιές για να συγκρίνουμε πόσο μεγάλες ήταν. Οι μεγαλύτεροι κατέληγαν μεθυσμένοι στις ντισκοτέξ της πόλης για διασκέδαση και χορό (disco black red- angel- popay ) ή στα μπουζούκια της εποχής (Μηλιές κάτω από το νοσοκομείο) Εμείς οι μικρότεροι ξαναεπιστρέφαμε στην φωτιά μας όπου γύρω από αυτήν καμαρώναμε λέγοντας ότι ήταν η καλύτερη που είδαμε, εξιστορούσαμε τις περιπέτειες κατορθώματα κατά την προετοιμασία της φωτιάς. Πάντα καμαρώναμε την δική μας φωτιά στο Βαρόσι η στο Γιάζι. Από το ξενύχτι, την κούραση το ελαφρό μεθύσι της φωτιάς κοιμόμασταν στην παράγκα που είχαμε κατασκευάσει μέχρι να μας ξυπνήσουν οι νιφάδες της χιονόπτωσης της επομένης ημέρας για να σηκωθούμε να φάμε κανέναν πατσά ή κουλούρι αλλά και την κατσάδα στο σπίτι από τους γονείς μας.
Η φωτιά έσβηνε πολλές ώρες μετά την επομένη ημέρα όπου σχηματιζόταν ένα μικρό βουναλάκι από κάρβουνα που μισοκαίγανε. Το σκηνικό του εθίμου τελείωνε από γριούλες ή νοικοκυρές που με ένα φαράσι ή τενεκεδάκι έπαιρναν κάρβουνα για την θερμάστρα του σπιτιού τους «για το καλό της χρονιάς που έρχεται». Συχνά μας δίναν τα συγχαρητήρια τους χαρίζοντας χαρά στα μουντζουρωμένα από την στάχτη της φωτιάς εφηβικά μας πρόσωπα.
Κάπως έτσι ξετυλίγονται εικόνες του παρελθόντος από το παραδοσιακό άναμμα των φωτιών στο Βαρόσι ή στο Γιάζι όπου βιώσαμε τοτε τα παιδιά του ιστορικού κέντρου της πόλης της Φλώρινας (αρχές προς μέσα της δεκαετίας του 1980).
Υ.Γ. Αν θυμάμαι καλά μία χρονιά η γειτονιά μας βραβεύθηκε ως καλύτερη στην πόλη χαρίζοντας μας ο τότε Δήμαρχος ως «έπαθλον φωτιάς» ένα βαρέλι ....πεντάξινο κρασί που δεν πίνονταν με τίποτα.

4 σχόλια:

  1. Να είσαι καλά Λάζαρε βουνίσιε, γιατί έφερες στη μνήμη μας παλιές, ευχάριστες αναμνήσεις, με κάποιες μικροδιαφορές από γενιά σε γενιά. Προσωπικά βίωσα αυτές τις ευχάριστες καταστάσεις τις δύο προηγούμενες δεκαετίες από αυτή που αναφέρεις: α) Το πρώτο μας "ομαδικό" τσιγάρο χωρίς φίλτρο ήταν "ΤΕΛΕΙΟΝ", ενώ το πρώτο μας τσιγάρο με φίλτρο ήταν "ΒΥRΟΝ" ή "ΒΥΡΩΝ". β) Η ρύπανση από τα ελαστικά των αυτοκινήτων ήταν ότι χειρότερο, γιατί όλα τα σπίτια ήθελαν εκ νέου βάψιμο. γ) DISKO της εποχής: Black red, Popeye, Blue dream, Apples, (Angel πρέπει να ήταν του Στάκα στη Γυμναστηρίου). Εχω μια μικρή ένσταση στα "μπουζούκια της εποχής". ΟΙ ΜΗΛΙΕΣ ήταν μπουζούκια πολλά χρόνια πρίν. Εγώ που γεννήθηκα το 1958, μόλις που τις θυμάμαι. Στην εποχή μας ήταν η disco apples, στο ίδιο κτίριο και με τον ίδιο ιδιοκτήτη (Παντελής Σαπουντζής). Αργότερα οικοδομήθηκε νέο κτίριο που στέγασε το νυκτερινό κέντρο: "ΜΟΥΣΙΚΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ". Επίσης, η disco black red ήταν παλαιότερα μπουζούκια με το όνομα "ΠΑΝΟΡΑΜΑ", στο ίδιο κτίριο. Η disco blue dream ήταν εκτός πόλης, κοντά στην κλινική του Ι. Τέγου, με ιδιοκτήτη τον κ. Λάη. Η disco popeye ήταν υπόγεια στην οδό σαρανταπόρου, με ιδιοκτήτη τον κ. Γεώργιο Χαραλαμπίδη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Να ειστε καλα και οι δυο,Λαζαρε και Γκρινιαρη.Πραγματι τα πραγματα ηταν καπως ετσι.Ισως ομως δεν θυμαστε ακομα οτι,μετα απο μπουζουκια οι Μηλιες, καποια περιοδο ηταν και η DISKO EL DORADOS με ιδιοκτητη τον Βαγγελη Τικφεση,αν θυμαμε καλα το 1978-79.Επεισης το Πανοραμα και με ιδιοκτητες τον Ανδρεα Ζαμπερτση(αειμνηστος)και τον Ηλια Δεσποτακη ηταν και αυτο κατι μεταξυ DISKO και ξενυχταδικου.Χωρις να εχομε μεγαλη διαφορα ηλικιας,ναι ετσι περνουσαμε τοτε,με καποιες φυσικα μικροδιαφορες σε καθε γειτονια.Στην γειτονια μου π.χ.,κλεβαμε ακομα και τους πασαλους, που ειχε γειτονας στις ντοματιες στην αυλη του, και δεν προλαβε να τους μασει,και το βραδι της φωτιας,παρων και αυτος,ελεγε."Αυτοι οι πασαλοι,μοιαζουν με τους δικους μου" Καποιο δε βραδι, κλεψαμε απο καποιο κοτετσι,μια κοτα και την καναμε μεζε, σε παλιο σπιτι της γειτονιας, οπου μαζευομασταν τα βραδια. Παιδικες τρελλες, ομως χωρις κακια.Θυμαμαι γειτονισα που εκανε τα στραβα μετια,οταν οι μισοι απο την παρεα φωναζαν "ξυλα για καλαντα" και οι υπολοιποι επερναν ξυλα απο την αποθηκη της!!! κρυφα.Πολες τετοιες ιστοριες εχει ο καθε ενας μας συμπολιτης,να τις εξιστορει κανεις ωρες,μερες ατελειωτες.Χρονια πολλα πατριωτες,καλο κουραγιο καλλες Φωτιες, μερες που ειναι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Είναι καλό που μας θυμίζεις σημαντικά έθιμα, τα οποία παλιότερα, αναδείκνυαν τη Φλώρινα, ως μια ξεχωριστή πόλη, χωμένη στους πρόποδες των βουνών της βορειοδυτικής Ελλάδας. Γιατί, τότε, η επικοινωνία και οι επισκέψεις δεν ήταν εύκολη υπόθεση, άν δεν υπήρχε κάποιο εξαιρετικό κίνητρο. Άν,όμως, ξεκινούσες από παλιότερες εποχές - και εφόσον σε βοηθούσε σ' αυτό και η ηλικία σου, γιατί, ερευνώντας για την ταυτότητά σου, επειδή σε διαβάζω, διαπίστωσα ότι λίγοι πρέπει να σε γνωρίζουν,- θα είχες να παραθέσεις και άλλα ενδιαφέροντα πράγματα. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, τα μέσα της δεκαετίας του 1980, ιστορικά, είναι πολύ κοντά στην εποχή μας. Και για την τάξη: Το "Ουσπουρνάρ" δεν έχει την επεξήγηση που του δίνεις. Λέγεται (Γ)ιούτσμπουναρ και προέρχεται από το τούρκικο (γ)ιουτς, που σημαίνει τρία και το ιδίωμα που χρησιμοποιούμε στη Φλώρινα "μπούναρ", δηλαδή πηγάδι. Συνεπώς, τρία πηγάδια.Οι παλιοί, ενδεχομένως, να γνωρίζουν άν ποτέ υπήρχαν σ' εκείνο το σημείο, τρία πηγάδια. Σπύρος Παπουτσής

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. οι επισημάνσεις σας για τις ντισκοτέξ της πόλης μου έδωσαν το έναυσμα να γράψω στο μέλλον και γι αυτό το κομμάτι .Αγαπητέ κύριε σε ευχαριστώ και για τις δικές σου επισημάνσεις Για το ύψωμα στο βουνό δέν ξέρω πως το λέγαν στα τούρκικα οι τούρκοι ούτε με πολυενδιαφέρει.Προσωπικά μου αρέσει να το λέω κάπως χωριάτικα ουσπουρναρ εις πουρνάρι στην απλη καθαρεύουσα ελληνικη γλώσσα.Άς χαρούμε ολοι μαζί τις φλωρινιώτικες φωτιές μεθαύριο τα μεσάνυχτα .

    ΑπάντησηΔιαγραφή