Καυτός ο ήλιος του καλοκαιριού και ο θεριστής στο χωράφι νερό
αναζητούσε να σβήσει την δίψα που τον έκαιγε. Ένα και μοναδικό δένδρο άπλωνε
την σκιά του και κάτω στην βάση του μια στάμνα από κοκκινωπό πηλό ίδρωνε και
δρόσιζε το νερό. Μια στάμνα με τις καμπύλες της και τα δυο της τα χερούλια,
παρηγοριά του θεριστή, που την σήκωνε με το ένα του το χέρι και χωρίς να
ακουμπήσουν τα χείλη του με το στόμιο της άφηνε το νερό να τρέχει. Νερό, άφθονο
νερό. Το στόμα του γέμιζε και το υπόλοιπο κυλούσε
στο ιδρωμένο στήθος. Η στάμνα
αυτή του θεριστή, του έδινε δύναμη, ζωή, μέσα στο άνυδρο χωράφι.
Μια στάμνα κρατούσε κάθε νοικοκυρά στο χέρι της και τραβούσε πρωί, πρωί
για την βρύση. Μια στάμνα με κρύο νερό να πιουν και να ξεδιψάσουν όλοι οι
σπιτικοί. Βαρύ το φορτίο της επιστροφής, αφού η στάμνα ήταν γεμάτη. Χωρίς νερό
όμως δεν υπήρχε κανένα σπιτικό. Αυτό ήταν το μόνο δροσιστικό στην ζέστη του
καλοκαιριού. Και η στάμνα είχε την θέση της σε κάποιο χώρο δροσερό, να μην την
βλέπει ο ήλιος. Γεμίζανε την κανάτα από την στάμνα, και ξανά κάθε φορά που αυτή
άδειαζε, και αν άδειαζε και η στάμνα κάποιος θα πήγαινε πάλι στην βρύση της
γειτονιάς, κρύο νερό να φέρει.
Φλωρινιώτικη στάμνα σε γραμματόσημο του 1976 |
Στάμνα υπήρχε σε κάθε μαγαζί, που την γέμιζαν με κρύο νερό μόλις άνοιγαν
το πρωί. Με αυτό ραντίζανε το πάτωμα και άρχιζαν το σκούπισμα του μαγαζιού.
Αλλά και όλη την ημέρα ο έμπορος από την στάμνα ξεδιψούσε. Και ο τεχνίτης, που
ίδρωνε στο μαγαζί του, δουλεύοντας με τα χέρια, την στάμνα είχε δίπλα του, τα
χείλη του να βρέξει.
Στάμνα για ευχάριστο ύπνο είχαν οι παλιοί Πρεσπιώτες. Μια στάμνα γεμάτη
με νερό δίπλα στο προσκεφάλι τους, για να πνιγούν μέσα σε αυτήν τα κακά
πνεύματα και τα ξωτικά που τους
ενοχλούσαν στον ύπνο. Αυτά πίστευαν οι Πρεσπιώτες, και αφού τα πίστευαν η
παρουσία της στάμνας τους βοηθούσε να αποκοιμηθούν ήρεμα.
Ήταν και η στάμνα των χασάπηδων, που στην παλιά αγορά μετά από κάθε
παζάρι, γλεντούσαν με την στάμνα. Τότε που δεν υπήρχε συντήρηση και τα κρέατα
που περίσσευαν τα έκοβαν κομματάκια, τα ανακάτευαν με αλάτι και μπούκοβο και τα
έριχναν σε μια μεγάλη στάμνα. Έβαζαν την στάμνα στην φωτιά με το στόμιο
σφραγισμένο, και το κρέας μέσα της σιγοψηνόταν. Καλούσαν τους μανάβηδες και
τους μικροπωλητές, καθώς και τους οργανοπαίκτες. Άλλοι έφερναν κρασί και άλλοι
τσίπουρο, και πάνω σε έναν πάγκο έσπαγαν την στάμνα και το καλοψημένο κρέας
μοσχομύριζε. Το νταούλι χτυπούσε μερικές φορές και αμέσως τα κλαρίνα ξεσήκωναν
την λαχαναγορά. Όλοι με ένα ποτήρι κρασί, λίγο κρέας και ψωμί και το γλέντι
κρατούσε μερικές ώρες. Ήταν το γλέντι της στάμνας που γινόταν μετά από κάθε
παζάρι στην παλιά λαχαναγορά.
Και αν οι χασάπηδες έσπαγαν την στάμνα για να πάρουν το ψημένο κρέας,
πολλές φορές οι στάμνες με νερό έσπαγαν κατά λάθος, επειδή ήταν εύθραυστες.
Ακόμη λέμε την παροιμία: «Πολλές φορές πάει η στάμνα στην βρύση για νερό, όμως
μια φορά σπάνει». Που σημαίνει ακόμη και στην καθημερινή μας ρουτίνα, μπορούν
να συμβούν αναπάντεχα γεγονότα. Μια άλλη
παροιμία λέει: «Σταλαγματιά, σταλαγματιά γεμίζει η στάμνα η πλατιά». Η παροιμία
αυτή αναφέρεται στην αποταμίευση και την νοικοκυροσύνη. Καμία φορά μέσα στο
σκοτάδι ακουγόταν η φράση: «Έσπασε η στάμνα». Ήταν συνθηματική έκφραση των
παιδιών, που έπαιζαν κρυφτό, και την έλεγαν, όταν αυτός που φύλαγε έλεγε λάθος
όνομα κάποιου παιδιού. Το παιχνίδι άρχιζε πάλι από την αρχή.
Τις πήλινες στάμνες τις αντικαθιστούσαν κάθε χρόνο. Μια παλιά στάμνα
δεν είχε πόρους να αναπνεύσει και να κρατήσει το νερό δροσερό. Οι σταμνάδες,
που οι ίδιοι κατασκεύαζαν τις στάμνες είχαν τα δικό τους χώρο στην λαχαναγορά.
Την ημέρα του παζαριού άπλωναν τις στάμνες τους στο πεζοδρόμιο, κοντά στους
άλλους μικροπωλητές. Στάμνες και σταμνάκια σε χαμηλές τιμές, για όλα τα γούστα
και τα βαλάντια. Ήταν η εποχή της στάμνας που κράτησε αιώνες και χάθηκε, όταν
το τρεχούμενο νερό έφτασε στα σπίτια μας, και τα οικιακά σκεύη άρχισαν να
φτιάχνονται από άλλα υλικά. Η εποχή του πηλού είχε παρέλθει.
Δημήτρης Μεκάσης
ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ ΚΥΡΙΕ ΜΕΚΑΣΗ.ΚΑΘΕ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΣΑΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΚΟΜΑΤΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ.ΑΞΙΟΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήAμφορέας,ο επί αφοτέρω φέρων το ύδωρ ή τον οίνο κλπ
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε ένα χερούλι είναι στάμνα, όχι με δύο, είναι αμφορέας.
Αργότερα τις στάμνες τις κάναν από χαλκό ή από αλουμίνιο και τις έλεγαν τοπικά γκιούμια!
Ο ΓΝΩΣΤΟΤΕΡΟΣ ΣΤΑΜΝΑΣ ΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ ΗΤΑΝ Ο κ. ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ (ΤΣΑΝΑΚΑΣ) ΣΩΤΗΡΙΟΣ. ΚΑΘΕ ΣΑΒΒΑΤΟ ΣΤΗ ΛΑΪΚΗ ΑΠΛΩΝΕ ΤΟ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑ ΤΟΥ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΟΤΣΑΣΑΡΙΔΗ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα θυμάμαι πάντα το κύριο Σωτήρη Τσουκαλά, τον αγγειοπλάστη, επειδή μου έδωσε πάρα πολλές πληροφορίες για το επάγγελμα των αγγειοπλαστών και για τα σκεύη που κατασκεύαζαν. ¨Ολα όσα έγραψα για τους αγγειοπλάστες της Φλώρινας, τα έγραψα με την βοήθεια του Σωτήρη και μερικών άλλων σταμνάδων.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔημήτρης Μεκάσης
Συγχαρητήρια κύριε Μεκάση για το θάρρος σας, να μας καταχωρίσετε και να γνωστοποιήσετε τον άνθρωπο, ή αλλιώς τη προφορική πηγή, μέσα από την οποία αντλήσατε και καταγράψατε τις συγκεκριμένες πληροφορίες.
ΑπάντησηΔιαγραφήΆρα, με βάση ή σύμφωνα με τη συνέντευξη και τις προφορικές πληροφορίες του τάδε προκύπτει ότι η στάμνα …………μπλα …μπλα …μπλά.
Όχι τίποτα άλλο αλλά θα πρέπει να υμνήσουμε και να ευχαριστήσουμε τους ανθρώπους που βρίσκονται πίσω από κάθε δικό μας μονόλογο ή αλλιώς βομβαρδισμό πληροφοριών, οι οποίες πολλές φορές προκύπτουν από τη συρραφή όλων αυτών των ανώνυμων πληροφοριών που δεχόμαστε από τους πληροφοριοδότες.
Ίσως έτσι καταγράφοντας και το όνομα τους, ο μονόλογος μας, αποκτά μια άλλη βαρύτητα και ένα διαφορετικό ειδικό βάρος στο τομέα της έρευνας,και της καταγραφής στο κομμάτι που έχει σχέση με τη τοποιστορία της περιοχής.
Ένας φίλος σας που χρησιμοποιεί τη Βιβλιογραφία σας.
Αγαπητέ φίλε, το ότι έγραψα το όνομα ενός αγγειοπλάστη δεν είναι θάρρος, απλώς έτυχε. Είναι βέβαιο ότι εργάζεσαι όπως σε έμαθαν στο πανεπιστήμιο. Παραπομπή και παραπομπή, και το κείμενο χαλάει. Δεν ασχολήθηκα με μεταπτυχιακό ή διδακτορική διατριβή, επειδή ήθελα να είμαι ελεύθερος και όχι κατευθυνόμενος από έναν καθηγητή και ένα συγκεκριμένο σύστημα έρευνας. Έτσι ανέπτυξα έναν δικό μου τρόπο έρευνας. Δεν υποτιμώ τους πληροφορητές μου. Όλοι αυτοί αναφέρονται στα βιβλία μου χωρίς παπομπές.
ΔιαγραφήΑν είχες κάνει 10.000 συνεντεύξεις σε 30 χρόνια θα ερευνούσες διαφορετικά. Ο καθένας αναπτύσσει τον δικό του τρόπο έρευνας.
Δημήτρης Μεκάσης