Πολύ επαναστατικά πράγματα συνιστά εδώ ο Κύριος. Πράγματα αντίθετα από
τη φύση.
Ο γιος, λέει, που αγαπάει τον πατέρα του ή τη μητέρα του παραπάνω από
μένα δεν μου είναι άξιος μαθητής. Κι ο πατέρας που αγαπάει το γιό του ή τη κόρη
του παραπάνω από μένα δεν μου είναι άξιος (37).
Μήπως αυτό είναι αντίθετο σε σχέση με όσα λέει
αλλού η Γραφή για την
τιμή προς τους γονείς εκ μέρους των παιδιών και την αγάπη των γονέων προς τα
παιδιά;
Όχι· διότι αν ο πατέρας ή η μητέρα διεκδικούν την πρώτη αγάπη των
παιδιών και αξιώνουν την πειθαρχία και υπακοή τους σε ό,τι τους λένε εκείνοι, αυτό
δε που τους λένε, ως συνήθως, δεν είναι σύμφωνο με το θέλημα του Θεού, τότε
κάνοντας ο γιος το θέλημα του πατέρα ή της μητέρας, αρνείται το θέλημα του
Θεού. Αρνούμενος δε το θέλημα του Θεού, κρίνεται ανάξιος.
Εξ άλλου ποιος νέος τιμά και σέβεται περισσότερο τους γονείς; Εκείνος
που τιμά και σέβεται το Θεό σε πρώτη προτεραιότητα ή εκείνος που τον τιμά και
τον σέβεται σε τελευταία προτεραιότητα, δηλαδή τον περιφρονεί; Δεν υπάρχει
αμφιβολία ότι τα παιδιά που αγαπούν το Θεό, αγαπούν κατά κανόνα αληθινά και
τους γονείς, εφαρμόζοντας την εντολή του Θεού Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα
σου. Και αντιστρόφως· τα παιδιά που δεν αγαπούν το Θεό, κατά κανόνα δεν αγαπούν
και τους γονείς. Αγαπούν την περιουσία τους.
Είναι φυσικό αυτός του ασεβεί στο μείζον, στο Θεό, ν’ ασεβήσει και στο
έλασσον, στους γονείς. Αν ο Κύριος ζητεί την πρώτη αγάπη των παιδιών για τον
εαυτό του, το κάνει, διότι έτσι εξασφαλίζει
την αληθινή αγάπη των παιδιών προς τους γονείς και των γονιών προς τα
παιδιά.
Γονείς που αγαπούν το Θεό πιο πολύ από τα παιδιά τους, θα τ’ αναθρέψουν
με το φόβο του Θεού, θα τα διδάξουν σεβασμό στο θέλημα του Θεού, θα εμφυσήσουν
σ’ αυτά την αγάπη προς το Θεό και το μίσος προς το διάβολο, την προσοχή από τον
κόσμο και τους ανθρώπους, την επαγρύπνηση σχετικά με τον κακό εαυτό τους.
Αντιθέτως γονείς που αγαπούν τα παιδιά τους πιο πολύ από το Θεό,
συνήθως παραφέρονται από την κούφια υπερβολή, τα θεοποιούν, και μπροστά στη
«θεότητά τους» αρνούνται τα πάντα, ακόμη και το Θεό. Αρνούμενοι δε το Θεό,
καταστρέφουν τα ίδια τα παιδιά τους. Νομίζουν ότι τα φροντίζουν, ενώ στην
πραγματικότητα τα παραμελούν. Νομίζουν ότι τα τρέφουν, ενώ τα καταστρέφουν.
Νομίζουν ότι τ’ ανατρέφουν, αλλά τα διαστρέφουν. Η συμπεριφορά τους είναι
γεμάτη αντιφάσεις και αυτοαναιρέσεις. Ο Κύριος εντείνει ακόμη πιο πολύ τον
πόλεμο κατά της σαρκικής αγάπης.
Κι όποιος, λέει, δεν παίρνει το
σταυρό μου, δηλαδή δεν υπομένει τις εξ αιτίας μου θλίψεις, και δεν με
ακολουθεί, δεν μου είναι άξιος. Αυτός που βρήκε την κοσμική ζωή του, θα πρέπει
να την αρνηθεί και να τη χάσει για χάρη μου, κι αυτός που θα τη χάσει για χάρη
μου, θα τη βρει στην αληθινή μορφή της (38-39).
Ο Χριστός πάνω από τη δική του ζωή έθεσε τη ζωή των ανθρώπων, γι’ αυτό
και θυσιάστηκε στο σταυρό. Κι εμείς, αν θέλουμε να λεγόμαστε μαθηταί του, θα
πρέπει πάνω από τη ζωή μας να έχουμε την αγάπη του Χριστού κατά λόγο
αμοιβαιότητος.
Ψυχή εδώ σημαίνει την επίγεια κοσμική και αμαρτωλή
ζωή, αλλά σημαίνει και την αιώνια ζωή. Η ίδια λέξη χρησιμοποιείται με δύο
έννοιες στην ίδια φράση. Κι έρχεται ο Κύριος σ’ ένα τελευταίο θέμα·
Εκείνος, λέει, που σας δέχεται ως ανθρώπους μου και σας φιλοξενεί,
φιλοξενεί όχι εσάς αλλ’ εμένα. Κι εκείνος που δέχεται εμένα, δέχεται τον ίδιο
το Θεό. Εκείνος που δέχεται έναν προφήτη, επειδή είναι προφήτης, θα πάρει τον
ίδιο μισθό που θα πάρει ο προφήτης. Κι εκείνος που δέχεται τον δίκαιο άνθρωπο,
επειδή είναι δίκαιος, θα πάρει τον ίδιο μισθό με εκείνον. Κι εκείνος που θα
προσφέρει ένα ποτήρι κρύο νερό στους μικρούς και ασήμαντους κατά κόσμο μαθητάς
μου, επειδή είναι μαθηταί μου, σας λέω την αλήθεια ότι για το ποτήρι αυτό, δεν
θα χάσει το μισθό του στη μέλλουσα ζωή (40--42).
Ο Κύριος τους ανθρώπους του τους εξισώνει με τον εαυτό του. Ο Χριστός
περιοδεύει στο πρόσωπο των μαθητών του. Ο Χριστός κηρύττει διά στόματος των
μαθητών του. Ο Χριστός συνεχίζει το λυτρωτικό έργο του δια των μαθητών του. Υπάρχει
άραγε πιο μεγάλη τιμή για τους αποστόλους, αλλά και για τον κάθε Χριστιανό; Οι
μαθηταί του και οι μαθηταί των μαθητών του γίνονται αυτομάτως ο «Χριστός
παρατεινόμενος εις τους αιώνας».
Ο Θεός αποβλέπει όχι στην αξία του προσφερομένου πράγματος, αλλά στην
προθυμία και καλή διάθεση του προσφέροντος.
Μια κοπέλα σ’ έναν πλασιέ, φοιτητή της ιατρικής, που της ζήτησε ένα
ποτήρι νερό, αντί για νερό από καλοσύνη του πρόσφερε πρόθυμα ένα ποτήρι δροσερό
γάλα. Κι όταν αργότερα εκείνος τη χειρούργησε δωρεάν κι εκείνη ζήτησε το λόγο,
ο χειρουργός της απάντησε· Είμαι πληρωμένος από σένα μ’ ένα ποτήρι γάλα. Και
θυμήθηκε η γυναίκα το περιστατικό. Αν ο άνθρωπος ανταμείβει την καλή διάθεση του
συνανθρώπου, πόσο μάλλον ο Θεός;
Ας έχουμε πάνω απ’ όλα το Χριστό κι ας τιμούμε τους ανθρώπους του
Χριστού. Αξίζει.
Αθανάσιος Γ. Σιαμάκης,
αρχιμανδρίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου