Με αίσθημα βαθιάς συγκίνησης και εθνικής περισυλλογής η σκέψη όλων μας στρέφεται, 89 χρόνια μετά, στα αθώα θύματα της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού. Μιας πράξης απάνθρωπης, ιστορικά, πολιτικά και κοινωνικά καταδικαστέας από την παγκόσμια κοινότητα.
Κάθε φορά που αναφέρομαι στην δραματική
πορεία του ποντιακού ελληνισμού, με τις ηρωικές αλλά και αιματοβαμμένες σελίδες της ιστορίας του, στέκομαι με σεβασμό και προσήλωση στη μνήμη των 353.000 συμπατριωτών μας που πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος και στο βίαιο εκπατρισμό των υπολοίπων.
Αυτό που γίνετε σήμερα εδώ είναι απλά και μόνο το χρέος μας. Το χρέος μας να μη λησμονούμε. Θυμόμαστε, τιμάμε και πενθούμε τους 353,000 νεκρούς προγόνους μας, αθώα θύματα της τουρκικής θηριωδίας, της μελετημένης και συστηματικής γενοκτονίας σε βάρος του Ποντιακού Ελληνισμού από το 1914 μέχρι το 1923.
Θυμόμαστε σαν Έλληνες Πόντιοι πρόσφυγες ή προσφυγικής καταγωγής, τις αλησμόνητες και ποτέ χαμένες πατρίδες. Σήμερα, τιμάμε τη μνήμη της μεγάλης θυσίας, το σθένος και την αντοχή των ξεριζωμένων και διωγμένων αυτών ανθρώπων. Αυτών που κατάφεραν να ξαναστήσουν τις μνήμες, τα ήθη, τα έθιμα των πατρίδων τους, στους καταυλισμούς της προσφυγιάς και στη συνέχεια να προκόψουν και να μεγαλουργήσουν ξανά, στις τέχνες, στα γράμματα, στο εμπόριο, στα άρματα όποτε τους χρειάστηκε η πατρίδα.
Τους άταφους νεκρούς - θύματα της γενοκτονίας τους θυμόμαστε και θα τους θυμόμαστε και σαν στοιχείο εγρήγορσης της συνείδησής μας.
Κάθε πρόσφυγας ήταν και μια ξεχωριστή, πονεμένη ιστορία. Ότι πέτυχαν οι Έλληνες στον Πόντο το πέτυχαν μόνοι τους, χωρίς καμιά βοήθεια. Εάν κρατήθηκαν επί αιώνες στον Πόντο, τούτο οφείλεται στη Θρησκεία, τον Πολιτισμό, την Παράδοση και τον Πατριωτισμό τους.
Ο Ποντιακός Ελληνισμός ήταν απομακρυσμένος γεωγραφικά από τη μητροπολιτική Ελλάδα. Δεν είχε ούτε πολιτική, ούτε στρατιωτική ηγεσία. Είχε όμως θρησκευτική ηγεσία που ήταν το στήριγμα του Ποντιακού Ελληνισμού. Μόνος του πάλεβε με τον Τούρκο κατακτητή. Δεν ξεχνάμε τις βαρβαρότητες, τις απάνθρωπες εκτοπίσεις, τα καταναγκαστικά έργα, τις πορείες μέσα στο κρύο και την πείνα, με κατάληξη την εξόντωση και το θάνατο.
Για να καταλάβει, όμως κανείς, καλύτερα όσα έγιναν στον Πόντο πρέπει να αναφερθούν όσα γεγονότα καθόρισαν την αποφασιστική σχέση ανάμεσα στους κατακτημένους Χριστιανούς του Πόντου και όχι μόνο και τους κατακτητές τους Οθωμανούς Τούρκους, που ήταν βέβαια μωαμεθανοί.
Μετά την άλωση της Κων/πολης, ο μωαμεθανισμός και το μωαμεθανικό δίκαιο δεχόταν μόνο δυο τάξεις πολιτών: τους μωαμεθανούς και τους μη μωαμεθανούς. Στην πραγματικότητα οι δυο τάξεις πολιτών ήσαν δύο διαφορετικοί κόσμοι. Για το ίδιο αδίκημα διαφορετική ποινή επιβαλλόταν στο μωαμεθανό και διαφορετική σε έναν χριστιανό ή έναν Ιουδαίο.
Η πρώτη ελληνική παρουσία στον Πόντο χρονολογείται πριν από το 1.000 π.χ.. Αργότερα η περιοχή κατακτήθηκε από τους Πέρσες, ελευθερώθηκε από το Μέγα Αλέξανδρο και ιδρύθηκε το βασίλειο του Πόντου. Από το 1204 έως το 1451 κυριαρχούσε στον Πόντο το ανεξάρτητο κράτος της Τραπεζούντας, μέχρι που κατακτήθηκε από τον Μωάμεθ Β´ τον Πορθητή.
Η ιστορική πορεία των κατοίκων του Πόντου ήταν περήφανη, με πολιτιστική και οικονομική ανάπτυξη ιδιαίτερα μεγάλη.
Το ελληνικό δαιμόνιο υπερίσχυσε και κάτω από καθεστώς δουλείας μεγαλούργησε, αφήνοντας τους κατακτητές, πολιτιστικά και οικονομικά πολύ πίσω. Ίσως αυτό ήταν και μία από τις αιτίες της συγκέντρωσης μίσους και ζήλειας , στους συγκατοίκους των Ποντίων Τούρκους, που φαινομενικά ζούσαν αρκετά μονοιασμένα.
Όμως από το 1916 ξεκίνησαν τα μεγάλα προβλήματα των Ελλήνων της περιοχής. Με οικονομικά μέτρα δυσχερή για τους Πόντιους. Όλες οι ελληνικές δραστηριότητες απαγορεύτηκαν. Ιδιαίτερα επλήγη η ναυσιπλοΐα λόγω της απαγόρευσης του ελλιμενισμού των ελληνικών πλοίων στα τουρκικά λιμάνια.
Η αρχή του τέλους άρχισε να προδιαγράφεται. Τοπικές εφημερίδες δημιουργούσαν κλίμα έντασης ανάμεσα στους δύο λαούς και εξωθούσαν τους Τούρκους σε επιθέσεις, ώστε να δημιουργηθεί ένα κλίμα τρομοκρατίας και να υπάρξουν αντιδράσεις, που θα δικαιολογούσαν τις σφαγές και τις λεηλασίες που ακολούθησαν.
Στις 15 Μαΐου του 1914, το Οικουμενικό Πατριαρχείο σε ένδειξη πένθους και διαμαρτυρίας έκλεισε τις εκκλησιές και τα σχολεία. Οι διωγμοί γινόταν μέρα με τη μέρα σκληρότεροι.
Ως αποτέλεσμα όλων αυτών υπήρξε η σχετική διαταγή του Εμβέρ Πασά και Ταλαάτ Μπέη της 28ης Δεκεμβρίου 1916 που έλεγε: Άμεση εξόντωση των ανδρών των πόλεων από 16-60 ετών. Γενική εξορία ανδρών και γυναικόπαιδων των χωριών στα ενδότερα της Ανατολίας με πρόγραμμα σφαγής και θανάτου.
Ακολούθησαν πράγματα που ο νους του ανθρώπου δεν τα χωρά. Σφαγές-λεηλασίες-βιασμοί-εξορίες-πυρπολήσεις-αρπαγές. Ατελείωτες σειρές ποντίων βάδιζαν το δρόμο προς το Ερζερούμ, ενταγμένοι στα <<τάγματα εργασίας>> ή αμελέ Ταμπουρού, όπως τα αποκαλούσαν με μόνο προορισμό το θάνατο. Ορδές Τσετών-ληστοσυμμοριτών προέβαιναν σε κάθε είδους βαρβαρότητα. Γεγονότα, αριθμοί και τρόποι θανάτωσης απίστευτοι, που δε θα χωρούσαν σελίδες επί σελίδων για να γραφτούν.
Εκείνο για το οποίο θα μπορούσε να διερωτηθεί κανείς είναι το εξής.
Εκείνο για το οποίο θα μπορούσε να διερωτηθεί κανείς είναι το εξής.
Γιατί τόσο μίσος; γιατί τόσο αίμα; Γιατί τόσος θάνατος;
Στην απερίγραπτη αυτή βαρβαρότητα ο Τοπάλ Οσμάν, ο διαβόητος κακούργος της Κερασούντας από το 1916 – 1921 υπολογίζεται ότι σκότωσε, έπνιξε, έκαψε και γενικώς εξόντωσε πάνω από 70.000 Πόντιους.
Οι Τούρκοι χρησιμοποίησαν το στρατό τους ακόμη και εναντίον αμάχων που κατέφυγαν στα βουνά για να αποφύγουν το θάνατο, αλλά και εναντίον των αντάρτικων ομάδων που εμφανίστηκαν στα βουνά του Πόντου.
Τελευταία φάση στις τουρκικές επινοήσεις για την εξόντωση των Ποντίων ήταν η ιδέα τους να συγκεντρώνουν ομάδες 500 εως 1200 Ποντίων να τις οδηγούν στο εσωτερικό, όχι πια για να φτιάχνουν δρόμους αλλά για να τους περνούν από το εκτελεστικό απόσπασμα, το μαχαίρι και τη φωτιά. Με τον τρόπο αυτό σκότωσαν 6.000 άνδρες από την Σαμψούντα και εξόντωσαν στην συνέχεια όλον τον ανδρικό πληθυσμό της Πάφρας και της Χάβζας, ενώ την πανέμορφη Μερζιφούντα την κατέστρεψαν ολοκληρωτικά.
Αυτά έγιναν το 1921, χρονιά κατά την οποία με τα δικαστήρια της ανεξαρτησίας, όπως ονομάστηκαν, οδηγήθηκε στην αγχόνη όλη η θρησκευτική, επιστημονική και επιχειρηματική ηγεσία του Πόντου.
Οι Πόντιοι αντέδρασαν με το αντάρτικό τους στον Ανατολικό Πόντο, στην περιοχή κυρίως της Σάντας και στο Δυτικό Πόντο στην περιοχή της Σαμψούντας. Το αντάρτικο αυτό δε νικήθηκε ποτέ, οι αντάρτες αυτοί, όμως, νικητές της πολεμικής μάχης, έχασαν στην ειρηνική φάση την πατρίδα τους και οδηγήθηκαν στην ανταλλαγή των πληθυσμών.
Την τελική λύση έδωσε η Συνθήκη της Λωζάνης και η ανταλλαγή των πληθυσμών. Ως τότε εξαφανίστηκαν 815 χωριά, καταστράφηκαν 1.134 εκκλησίες, γκρεμίστηκαν 960 σχολεία και 353.000 Πόντιοι εξολοθρεύτηκαν από τους Τούρκους.
Ο Πόντος έμεινε έρημος, χωρίς τη συντροφιά της λύρας και οι πόντιοι χωρίς τη Μαύρη θάλασσα. Σίγησαν οι καμπάνες της Παναγίας Σουμελά και ο ήλιος της αξέχαστης πατρίδας έμεινε να φωτίζει πια εκεί καμένα σπίτια, ματωμένα ποτάμια και φαράγγια, άθαφτα κόκαλα ηρώων -μαρτύρων του Πόντου.
Οι Τούρκοι επιχείρησαν να αφανίσουν τους Πόντιους, να σβήσουν από το χάρτη και την ιστορία, την τρισχιλιετή παρουσία τους στην αλησμόνητη πατρίδα τους, τον Πόντο. Όμως δεν το πέτυχαν. Ο Πόντος ζει.
Στα αιματοβαμμένα χώματά του, στα χαλάσματα των χωριών του, στα ερείπια των εκκλησιών του, στις τέχνες και τα γράμματα που άνθισαν εκεί, στον ήχο της λύρας που μας ξεσηκώνει μέχρι σήμερα, στους διασωθέντες και τους απογόνους τους που ζουν στην Ελλάδα ή σε άλλες χώρες, αποτελούν την Ποντιακή διασπορά και συνεχίζουν να μιλούν τη διάλεκτο τους, να διατηρούν την ιδιαίτερη παράδοσή τους και να αναδεικνύουν τον πολιτισμό τους. Ο Πόντος ζει στη καρδιά και τη ψυχή των δεκάδων χιλιάδων Πόντιων της Τουρκίας, που διατηρούν ως φυλακτό της καταγωγής τους την ποντιακή γλώσσα, τη μουσική και το τραγούδι, μέσα στα σπίτια τους.
Εμείς, οι σύγχρονοι Έλληνες, οι απόγονοι όλων όσων προσέφεραν τα πάντα για μια πατρίδα μακρινή στο χάρτη, αλλά μέσα στην καρδιά μας, είμαστε υπεύθυνοι απέναντι στην ιστορία και τους δικούς μας ανθρώπους.
Έμελλε στους παππούδες μας να ζήσουν, τα φοβερά αυτά γεγονότα. Αυτοί έχασαν γονείς κι αδέλφια. Αυτοί ατιμάστηκαν. Αυτοί ταπεινώθηκαν. Αυτοί πέθαναν στις κακουχίες των αμελέ ταμπουρού. Αυτοί πέθαναν αβοήθητοι στις μακρινές πορείες από το μαχαίρι του Τούρκου, από το λιθοβολισμό της Τούρκισσας, από τη φωτιά του Τοπάλ Οσμάν, από την αγχόνη του τουρκικού κράτους, από τις κακουχίες του αντάρτικου και από τις ταπεινώσεις.
Οι παλαιότεροι γνωρίζουνε αρκετά για τη ζωή και τη δράση των Ελλήνων του Πόντου μια και τα ακούσανε από τους γονείς τους, αυτόπτες μάρτυρες των καταστάσεων. Όμως τα παιδία και τα εγγόνια μας είναι καλό να γνωρίσουν το παρελθόν των προγόνων μας, προκειμένου να πορευτούν σωστότερα στο παρόν και στο μέλλον.
Σκέφτομαι, κυρίες και κύριοι, ποιο είναι το χρέος μας απέναντι στην ιερή μνήμη των 353.000 νεκρών πατέρων και αδελφών μας. Με ποιόν τρόπο μπορούμε να ξεπεράσουμε την οδύνη και την φρίκη από τις βίαιες αυτές ενέργειες των Τούρκων, που είναι σαν να στρέφονται κι εναντίον μας, που απειλούν βεβαίως κι εμάς σήμερα, καθώς οι φερέλπιδες υποψήφιοι Ευρωπαίοι της Άγκυρας εξακολουθούν να δηλητηριάζουν με τις ενέργειές τους τη γειτονία αλλά και τη συνύπαρξή μας.
Το πρώτο που σκέφτομαι είναι ότι πρέπει να είμαστε δυνατοί. Πρέπει να διδάξουμε την ιστορία του Πόντου και ιδίως την τελευταία της φάση στα Ελληνόπουλα. Δεν φτάνει ένα ψευτοκεφάλαιο στο βιβλίο της Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου ή σύντομη αναφορά στα γεγονότα αυτά , σαν ένα ευχετήριο τηλεγράφημα. Δεν φτάνει καν να προϊδεάσει τους μαθητές για ότι φρικτό έκαναν οι Νεότουρκοι στον Ποντιακό Ελληνισμό.
Το δεύτερο που προτείνω είναι να ξεκαθαρίσουμε με κάθε τρόπο στους Τούρκους πως δεν είναι δυνατό να σκέφτονται ότι θα καταστούν μέλη της Ευρωπαϊκής οικογένειας, σέρνοντας πίσω τους τέτοιο φορτίο σφαγών και αίματος. Οι Ελληνικές κυβερνήσεις και τότε και σήμερα θεωρητικά συμπάσχουν με μας τους Πόντιους, όμως στην πράξη δεν στέλνουν ηχηρά μηνύματα στους Τούρκους.
Τα κράτη που επιθυμούν να αναγνωρίζονται από την παγκόσμια κοινότητα και να χαίρουν το σεβασμό της, οφείλουν να κοιτάξουν με ειλικρίνεια και ιστορική γενναιότητα το παρελθόν τους, να αναγνωρίσουν επίσημα τα λάθη τους και να γυρίσουν σελίδα για ένα καλύτερο και δικαιότερο μέλλον.
Μπορεί στις 24 Φεβρουαρίου του 1994 η Βουλή των Ελλήνων να αναγνώρισε με νόμο τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, όμως εμείς περιμένουμε ακόμη περισσότερα.
Πρέπει το βαρύ έργο να το αναλάβουν και να το συνεχίσουν η τωρινή και οι μελλοντικές κυβερνήσεις. Είναι χρέος τιμής απέναντι σε ανθρώπους που απέθεσαν στο Ελληνικό έθνος την τελευταία τους ελπίδα και πέθαναν για να παραμείνουν Έλληνες και Χριστιανοί, είναι χρέος όλων μας να αποκαταστήσουμε την μνήμη τους, καθιστώντας αναγνωρισμένη Γενοκτονία την τραγωδία που τους έπληξε.
Και μην ξεχνάμε πως μπροστά μας βρίσκεται η ιστορία που θα μας κρίνει όπως πάντα:
Σ Κ Λ Η Ρ Α Κ Α Ι Α Λ Υ Π Η Τ Α.
Να παλέψουμε για τη διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ποντίων και να διαδώσουμε την ιστορική αλήθεια. Την ιστορική αλήθεια που διαβάζουμε στα δακρυσμένα μάτια των λιγοστών γηραλέων Ποντίων που είναι ακόμα ανάμεσά μας και η ψυχή τους στρέφεται στα φιλόξενα χώματα της αλησμόνητης πατρίδας τους. Την ιστορική αλήθεια που κληροδότησαν οι παλιότεροι στη νέα γενιά των ποντίων που ζει, εργάζεται και προοδεύει σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας και σε ολόκληρο τον κόσμο.
Κλείνοντας θα ήθελα να πω.
Λαός χωρίς μνήμη δεν έχει μέλλον, γι αυτό ας κρατήσουμε βαθιά μέσα μας, ως προσωπικό βίωμα, τη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και να παλέψουμε, ο καθένας από το μετερίζι του, ώστε να μη ξαναζήσει ο Ελληνισμός και ολόκληρη η ανθρωπότητα εγκλήματα κατά της ζωής και της εθνικής αξιοπρέπειας.
Ας ανανεώσουμε και φέτος για μια ακόμα φορά την αμοιβαία μεταξύ μας υπόσχεση για αγώνα. Έναν αγώνα για:
- Την παγκόσμια καταδίκη της Τουρκίας για την σε βάρος μας γενοκτονία
Έναν αγώνα για:
- Την αναγνώριση της γενοκτονίας από την Τουρκία και τους διεθνείς οργανισμούς.
Έναν αγώνα για:
- Το πέρασμα της τρισχιλιετούς ιστορίας του Ποντιακού Ελληνισμού σε όλες τις βαθμίδες της ελληνικής εκπαίδευσης.
Ήρθε λοιπόν, η μεγάλη ώρα για την αναγνώριση της γενοκτονίας. Στο προσκλητήριο αυτής της ώρας δεν πρέπει να λείπει κανείς.
Η αδιαφορία σε τέτοιες στιγμές εγγίζει τα όρια της ιστορικής προδοσίας.
Τα θύματα της γενοκτονίας, όποια και αν ήταν, ότι και αν πίστευαν, τον αναστεναγμό που βγήκε από τα στήθη τους για τον άδικο θάνατό τους δεν τον άκουσε κανείς…
Η θυσία τους δεν είναι δυνατόν να πάει χαμένη.
Αιωνία τους η μνήμη!!!
ΓΙΑ ΝΑ ΓΥΡΙΣΕΤΕ ΠΙΣΩ...ΘΑ ΠΕΙΤΕ ΤΙΠΟΤΑ...90 ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΡΑ????
ΑπάντησηΔιαγραφήTO MONO ΠΟΥ ΕΧΩ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ...ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΣΕ ΛΥΠΑΜΕ.
Διαγραφή