Σάββατο 2 Απριλίου 2016

Κρατικός Ισολογισμός: Μέρος 2ο. Έσοδα και Έξοδα

Το Υπουργείο Οικονομικών διανέμει τα ετήσια έσοδα του Κράτους ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες κάθε υπουργείου. Στον Κρατικό Προϋπολογισμό διακρίνονται τα έσοδα και έξοδα σε δύο κύριες
κατηγορίες: τη λειτουργική, που περιλαμβάνει τους φόρους των πολιτών και τις κοινωνικές δαπάνες, και την πιστωτική, που αφορά στα διάφορα κρατικά δάνεια. Το οικονομικό έτος 2013 τα συνολικά έσοδα του Κράτους ήταν 131 δισ. ευρώ, από τα οποία μόλις τα 54 προέρχονται από τους άμεσους (19), έμμεσους (22) και διάφορους (13) φόρους, ενώ τα υπόλοιπα 77 από τη σύναψη νέων διεθνών δανείων. Τα συνολικά έξοδα ήταν 134 δισ, από τα οποία τα 59 ήταν οι λειτουργικές δαπάνες, τα 68 εξόφληση παλαιών δανείων και τα 7 τόκοι αυτών. Η διαφορά των λειτουργικών εσόδων-εξόδων (54-59=-5 δισ.) ονομάζεται Πρωτογενές Έλλειμμα (ή, αν είναι θετική, Πλεόνασμα) και αντανακλά την καθαρή ταμειακή ροή αν εξαιρεθούν οι πιστωτικές κινήσεις. Ένα πρωτογενές πλεόνασμα θεωρείται θεμελιώδους σημασίας γιατί υποδηλώνει τη δυνατότητα ενός κράτους να εξοφλήσει μακροπρόθεσμα το χρέος του, ενώ, αντίθετα, το έλλειμμα πρέπει να καλυφθεί με περαιτέρω αύξηση του δανεισμού. Τους τελευταίους αιώνες έχουν εκφραστεί διάφορες οικονομικές θεωρίες για το ιδανικό μέγεθός του δημοσίου ελλείμματος χωρίς να υπάρχει τελική ομοφωνία.

Από τη μελέτη των οικονομικών μεγεθών του Ελληνικού Κράτους προκύπτουν ορισμένα άμεσα συμπεράσματα:
1) το πιστωτικό-δανειακό τμήμα αποτελεί τη μεγάλη πλειοψηφία των εσόδων-εξόδων με συμμετοχή σχεδόν 60%. Τα τελευταία χρόνια αναδιαρθρώνεται, δηλαδή αλλάζει χέρια, περίπου το 70/350 = 1/5 του συνολικού χρέους ετησίως. Ο επιφανειακός λόγος είναι ότι έτσι μειώνεται το επιτόκιο και αυξάνεται η διάρκεια αποπληρωμής, ωστόσο αποκρύπτεται το γεγονός ότι το συνολικό καθαρό ποσό αυξάνεται, αφού τα δάνεια που συνάπτονται είναι περισσότερα από εκείνα που εξοφλούνται γιατί πρέπει καλυφθεί το δημόσιο έλλειμμα. Ιδιαίτερα το έτος 2012 με το πρόγραμμα PSI αναδιαρθρώθηκαν πάνω από 130 δισ.
2) το ποσό πληρωμής των τόκων (7 δισ.) είναι ακόμα αρκετά υψηλό, παρόλο που το μεσοσταθμικό επιτόκιο δανεισμού έχει πέσει περίπου στο 7/350 = 2%. Σημειώνεται ότι το σύνολο των συντάξεων των Ελλήνων πολιτών ετησίως ανέρχεται μόλις στα 6 δισ. και οι δημόσιες δαπάνες για την υγεία στα 3 δισ.
3) η μόνη δυνατότητα για αύξηση του πλεονάσματος, στην οποία οδηγούνται αναγκαστικά όλες οι κυβερνήσεις με σκοπό την εξασφάλιση πόρων για την εξόφληση των δανείων, είναι η περαιτέρω συμπίεση των μοναδικών ελαστικών δαπανών, δηλαδή των ήδη βεβαρημένων μισθών, συντάξεων και κοινωνικών παροχών για υγεία και παιδεία, αφού λείπει η αύξηση εσόδων από πραγματική ανάπτυξη. Ωστόσο, τα λιγοστά δισ. που εξοικονομούνται κυριολεκτικά με το αίμα του Ελληνικού λαού (για παράδειγμα, 17% μείωση των συντάξεων οδηγεί σε εξοικονόμηση μόλις 1 δισ.) δεν κρίνονται ικανά να εξοφλήσουν σε εύλογο χρονικό διάστημα το χρέος των 350 δισ., εκτός αν οι θυσίες διατηρηθούν για πολλές γενεές και... αιώνες. Η διαιώνιση της υποδούλωσης υπονοείται ως ο πραγματικός λόγος του δανεισμού, αν και πουθενά δε δηλώνεται δημόσια.
4) ο Κρατικός Προϋπολογισμός προβλέπει χωριστές κατηγορίες εξόδων για μικρές ομάδες υπαλλήλων, οι οποίες έτσι ευνοούνται ιδιαίτερα καθώς εξαιρούνται των συνήθων δραστικών οριζόντιων μειώσεων. Ενώ όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι και  συνταξιούχοι ομαδοποιούνται σε μια κατηγορία και βλάπτονται συνολικά, για παράδειγμα οι δικαστικοί, οι βουλευτές και τα κόμματα, οι αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ και ορισμένες άλλες μειοψηφίες απολαμβάνουν πλήθος παροχών και σχετικά μικρότερων μειώσεων.
5) τα τελευταία χρόνια το σύνολο των επενδύσεων στην Ελλάδα πραγματοποιείται αποκλειστικά με κοινοτική βοήθεια και συγκεκριμένα μέσα από το πρόγραμμα ΕΣΠΑ, που παραμένει ζωτικής σημασίας για τη χώρα. Ωστόσο, η κατανομή των δαπανών του τελευταίου είναι άκρως ανισόρροπη, αντι-οικονομική και ευνοϊκή για λίγους εργολήπτες που απαιτεί ξεχωριστή ανάλυση.
6) τέλος, να αναφερθεί ότι στον Κρατικό Προϋπολογισμό δεν καταγράφεται η παράνομη οικονομική δραστηριότητα, το μέγεθος της οποίας στην Ελλάδα είναι άγνωστο και έχει μεν μειωθεί κατά τη διάρκεια της ύφεσης, αλλά υπολογίζεται ότι φτάνει μέχρι και το 30% της νόμιμης. Η λεγόμενη "παραοικονομία" καθοδηγείται από τα μεγάλα διαπλεκόμενα συμφέροντα κομμάτων και εταιρειών και  εσκεμμένα επεκτείνεται στην υπόλοιπη οικονομία με σκοπό να υπάρχει άλλοθι για τη λειτουργία της.

Η διαχείριση των πιστωτικών μεγεθών του κράτους αποτελεί ένα επίμαχο ζήτημα που συχνά αποκρύπτεται ή εμφανίζεται καλυμμένο στη δημοσιότητα. Ωστόσο, αποτελεί τη βασική μέθοδο ελέγχου, δέσμευσης και, τελικά, υποδούλωσης, τόσο της Ελλάδας όσο και όλων σχεδόν των άλλων κρατών, από το διεθνές χρηματιστικό και, κατ' επέκταση, πνευματικό κεφάλαιο της εκμετάλλευσης. Συγκεκριμένα στην περίπτωση της Ελλάδας, δάνεια λαμβάνονται από την εποχή της Επανάστασης και έχουν οδηγήσει αρκετές φορές σε δυστυχία το λαό, μία ακόμα εκ των οποίων τα τελευταία χρόνια. Η βασική φιλοσοφία του διεθνούς δανεισμού βασίζεται στο ότι δεν θα αποπληρωθούν ποτέ και, ακόμα και αν για κάποιο λόγο μηδενιστούν, οι διεφθαρμένοι πολιτικοί θα φροντίσουν για την επανασύναψή τους. Οι δυνατοί τρόποι επίλυσης που προτείνονται αποτελούν την πλήρη άρνηση εξυπηρέτησης του χρέους, που ισοδυναμεί με περιθωριοποίηση από το διεθνές σύστημα με ανεξέλεγκτες συνέπειες, τη μερική άρνησή τους με σωστή διαπραγμάτευση, που, όμως, απαιτεί νοημοσύνη και σθένος, τη διαιώνιση του δανεισμού με ανταλλαγή παλαιών δανείων με νέα, πρακτική που εφαρμόζεται τώρα, και την πραγματική εκρηκτική οικονομική ανάπτυξη, που, όμως, με τα σημερινά αποτελεί μακρινή ουτοπία. Η συζήτηση θα διαρκέσει για πολύ καιρό αλλά θα ανακυκλώνεται στα ίδια συμπεράσματα.
Βαγγέλης Τσούκας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου