Σύγχρονο αμαξάκι και πατίνι, τέτοια εμείς δεν είχαμε
|
Αξέχαστα παιδικά χρόνια, συνυφασμένα με τα παιχνίδια μας, δημιουργήματα του νου μας και της εφευρετικότητάς μας. Φτιάχναμε αμαξάκια μόνοι μας. Μικροί μάστορες και τεχνίτες γινόμασταν και βοηθούσαμε όλοι, όλα τα παιδιά της γειτονιάς. Και όταν ήταν έτοιμο
πηγαίναμε στις κατηφόρες της πόλης, όπου ένα, ένα παιδί καβαλούσε το αμαξάκι και απολάμβανε την ταχύτητά του. Φρένα δεν είχε. Σταματούσε με τις φτέρνες των παπουτσιών. Συναρπαστική ταχύτητα, μέχρι που το παιδί σφήνωνε τις φτέρνες του στο έδαφος για να φρενάρει και να σταματήσει. Αυτό δεν ήταν φρενάρισμα, αυτό ήταν «φτερνάρισμα». Πίσω του έτρεχαν όλα τα παιδιά για να πάρουν σειρά, να καβαλήσουν και αυτά το αμαξάκι. Έτσι περνούσαν οι ώρες ευχάριστα. Πάνω σε τέσσερις ρόδες. Τότε που οι γονείς μας δεν είχαν αυτοκίνητα, το αμαξάκι ήταν το αντίδοτο. Ήταν οι ευχάριστη αίσθηση και ο πόθος για τροχοφόρο όχημα. Τότε, στις αρχές της δεκαετίας του 1960, που άλλαζε η Φλώρινα, και ερχόταν η νέα εποχή, η εποχή του αυτοκινήτου. Και όταν τελειώναμε τις κατεβασιές, αφήναμε πίσω μας τον κατηφορικό δρόμο και τραβούσαμε για την γειτονιά. Ο ένας μετά τον άλλον μονολογούσε και έλεγε: «Όταν μεγαλώσω θα πάρω αυτοκίνητο», και αφήναμε την σκέψη μας να πλανάται σε μελλοντικές εποχές.
Στη Φλώρινα, εκείνα τα χρόνια υπήρχαν δυο τρία αμαξάκια κατασκευασμένα από λαμαρίνα και είχαν πηδάλια. Αυτά τα αμαξάκια ήταν κάποιων πλουσιόπαιδων, που τα αγόραζαν οι γονείς τους από την Θεσσαλονίκη. Βέβαια δεν τα έβγαζαν από τις αυλές των σπιτιών τους, για να μη χαλάσουν. Αυτά έβλεπαν τα παιδιά και λαχταρούσαν να είχαν και αυτά ένα τέτοιο αμαξάκι, που ήταν πιστό αντίγραφο ενός κανονικού αυτοκινήτου. Και επειδή δεν μπορούσαν να το αποκτήσουν, έβαλαν το μυαλό τους να δουλέψει και να φτιάξουν αμαξάκια με τα ίδια τους τα χέρια. Το πρόβλημα ήταν οι ρόδες. Αυτές ήταν δυσεύρετες. Τα πρώτα αμαξάκια είχαν σιδερένιες συμπαγείς ρόδες, από τα άροτρα των γεωργών, που κατοικούσαν στις ακρινές γειτονιές της πόλης. Επίσης οι ρόδες από παλιά καροτσάκια μωρών ήταν κατάλληλες. Όταν χαλούσε κάποιο καροτσάκι πετιόταν στα σκουπίδια. Πολλά παιδιά έφταναν μέχρι τον σκουπιδότοπο για να βρουν τέτοια σπασμένα καροτσάκια. Οι καλύτερες ρόδες όμως ήταν τα ρουλεμάν των αυτοκινήτων. Τα ρουλεμάν τα έβρισκαν στα συνεργεία των αυτοκινήτων. Ήταν παλιά και πεταμένα στα μπάζα των συνεργείων. Αυτά ήταν κατάλληλα για ασφαλτοστρωμένους δρόμους, και ανέπτυσσαν μεγάλη ταχύτητα. Ο θόρυβος του μετάλλου πάνω στην άσφαλτο ήταν εκκωφαντικός, που ξεσήκωνε την γειτονιά. Ήταν ενοχλητικός για τους μεγάλους αλλά πολύ ευχάριστος για τα παιδιά.
Το αμαξάκι ήταν ξύλινο. Ένα κακοφτιαγμένο τελάρο, από σανίδες, και οι άξονες όπου τοποθετούσαν τις ρόδες ήταν σιδερένιοι. Για τα ρουλεμάν οι άξονες ήταν από σκληρό δρύινο ξύλο, από τα καυσόξυλα. Ο εμπρόσθιος άξονας ήταν αρκετά μεγάλος και προεξείχε. Ήταν καρφωμένος στο κέντρο, ώστε να περιστρέφεται. Ο οδηγός τοποθετούσε τα πόδια του στα τμήματα που προεξείχαν και έστρεφε το αμαξάκι αριστερά και δεξιά με τα πόδια του. Αυτό ήταν το τιμόνι του. Καμιά φορά άνοιγαν και μια τρύπα στο πάτωμα και τοποθετούσαν ένα πάσαλο, που τον κάρφωναν προς το έδαφος για να σταματήσει το αμαξάκι. Αυτό ήταν το φρένο του. Συνήθως όμως τα αμαξάκια σταματούσαν με τις φτέρνες των παπουτσιών.
Τα παιδιά έφτιαχναν και πατίνια, από ξύλο, σίδερο και ρουλεμάν. Βέβαια ορισμένα καταστήματα της Φλώρινας πουλούσαν καλά πατίνια, αλλά ποιος είχε χρήματα να τα αγοράσει; Τα παιδιά αντέγραφαν τα αγοραστά πατίνια, και έφτιαχναν πρώτα το ξύλινο τμήμα. Το πρόβλημα ήταν η ένωση του τιμονιού με το υπόλοιπο τμήμα του πατινιού. Πήγαιναν λοιπόν στα μηχανουργεία και έψαχναν για μικρά κομμάτια χοντρής λαμαρίνας. Με δυο λωρίδες χοντρής λαμαρίνας λυνόταν το πρόβλημα. Στράβωναν τις λαμαρίνες σε σχήμα «Π», ώστε το ένα κομμάτι να εισχωρεί στο άλλο. Έπρεπε όμως να ανοίξουν μερικές τρύπες, αλλά δεν τα κατάφερναν με τα σφυριά και τα καρφιά, επειδή τα κομμάτια λαμαρίνας είχαν πάχος. Πήγαιναν λοιπόν στα πεταλωτήρια και παρακαλούσαν τους πεταλωτές να ανοίξουν μερικές τρύπες. Οι πεταλωτές είχαν μια πρέσα για τα πέταλα των ζωών, που άνοιγε τρύπες, και η δουλειά τελείωνε γρήγορα. Απέμενε μόνο η συναρμολόγηση και το πατίνι ήταν έτοιμο.
Τα καλύτερα αμαξάκια και πατίνια έφτιαχναν τα παιδιά που δούλευαν στα ξυλουργεία και στα μηχανουργεία. Αυτά τα παιδιά κάθε μεσημέρι που έκλειναν τα μαγαζιά, μαζί με τα παιδιά της γειτονιάς δούλευαν για να φτιάξουν το αμαξάκι ή το πατίνι. Αυτοί έφερναν καμιά σανίδα από το μαραγκείο, ή ρουλεμάν από το συνεργείο, που ήταν απαραίτητα υλικά. Ήταν οι πρωτομάστορες και τα υπόλοιπα παιδιά οι μάστορες. Το απόγευμα που άνοιγαν τα μαγαζιά, οι εργασίες σταματούσαν. Το επόμενο μεσημέρι οι εργασίες συνεχίζονταν μέχρι που το πατίνι ή το αμαξάκι ήταν έτοιμο για να το χαρούν όλα τα παιδιά της γειτονιάς.
Η Φλώρινα, στις αρχές της δεκαετίας του 1960, δεν ήταν σαν την σημερινή. Οι δρόμοι ήταν άδειοι και χωρίς σταθμευμένα αυτοκίνητα. Τα αυτοκίνητα ήταν ελάχιστα. Τα ιδιωτικά αυτοκίνητα ήταν μετρημένα στα δάχτυλα. Τα ΤΑΧΙ δεν ήταν περισσότερα από τριανταριά. Υπήρχαν και λίγα φορτηγά. Τα παιδιά μπορούσαν να παίξουν ανενόχλητα. Οι κατηφορικοί δρόμοι ήταν αυτοί που βρίσκονταν στους προσφυγικούς συνοικισμούς και ήταν οι πιο κατάλληλοι για να αναπτύξουν ταχύτητα τα αμαξάκια. Ήταν η κατηφόρα του Τέταρτου σχολείου, του Παιδικού Σταθμού, του Νέου Δρόμου, ως τον Κύκλο, από του Σεντέζη τα σπίτια και μέχρι το Γήπεδο, η απότομη κατηφόρα μπροστά από το σπίτι του Γκέσου και άλλες. Άλλοι πήγαιναν στο βουνό, εκεί προς τον λόφο του Αγίου Παντελεήμονα. Όλη η πόλη ανήκε στα παιδιά και στα αμαξάκια τους και τα πατίνια τους. Μια πόλη φτιαγμένη και διαμορφωμένη για τα παιδιά. Δυστυχώς όμως τα αμαξάκια και τα πατίνια δεν άντεχαν πολύ και διαλυόταν, επειδή ήταν κακοφτιαγμένα. Αυτό δεν πείραζε τα παιδιά, καθώς αυτά είχαν κάνει το κέφι τους και είχαν ευχαριστηθεί. Σειρά είχε κάποιο άλλο παιχνίδι.
Δημήτρης Μεκάσης
τακη εισαι απολαυστικος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτα δικά μου παιδικά χρόνια φίλε Δημήτριε επειδή χιόνιζε με τους μήνες φτιάχναμε σάινες από σακούλες ναύλον η με την σχολική τσάντα ή με χαρτόνια από το παζάρι. Οι σάινες τότε δεν ήταν πλαστικές όπως σήμερα που βλέπω στο χιονοδρομικό κέντρο στην Βίγλα. Τότε έκαμνες ειδική παραγγελία σε μαραγκό ή τις έφτιαχνες όπως νόμιζες μόνος σου. Τα ποδήλατα ήταν μαζικής παραγωγής προσιτά στον καθένα και το πρώτο δώρο που μου χάρισε ο αείμνηστος πατέρας μου ήταν ένα τσέχικο ποδήλατο μάρκας "βελαμός" Από τότε έμαθα να οδηγώ και να λατρεύω τα δίκυκλα .Ανθούσε τότε το επάγγελμα του ποδηλατά στην Φλώρινα αν και τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει σημάδια ανάκαμψης λόγω οικ. κρίσης η λόγω του ότι ο κόσμος επανεκτίμησε την αξία του ποδηλάτου του μοτοποδηλάτου η της μοτοσικλέτας . Βλέπεις ο κόσμος προ οικ.κρίσης ( ακόμη και νεαροί σε ηλικία έφηβοι που μόλις βγάζαν το δίπλωμα)είχε καλομάθει να κυκλοφορά στην Φλώρινα με πανάκριβες Γερμανικές Λιμουζίνες πολλών κυβικών εκατοστών - μεγάλης ιπποδύναμης- ασυναγώνιστης ποιότητας και περιτής πολυτέλειας .....
ΑπάντησηΔιαγραφήMπραβο Τακη
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ κατηφόρα του Τέταρτου Δημοτικού Σχολείου (της Ακαδημίας, όπως λέγαμε) ήταν χωματόδρομος. Το 1967 έγινε με τσιμέντο και αρκετά αργότερα με άσφαλτο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα αμαξάκια με ρόδες καροτσιού μωρού είχαν μεγάλες ρόδες και κατέβαιναν τους χωματόδρομους. Τα ρουλεμάν ήταν μόνο άσφαλτο.
Διαγραφή